ΡΑΤΣΕΣ ΑΛΟΓΩΝ

  1. ISPANIKO ALOGO
  2. ALOGA suffolk
  3. PONI Fell
  4. PONI Dales
  5. Dartmour
  6. ALOGA KOMP OYALIAS
  7. AMERIKAN SANTL
  8. ALOGA ORLOF
  9. OLLANDIKO YPOZIGIO
  10. MPOSOYTO
  11. AYSTIAKO ALOGO
  12. Shetland
  13. VERVENIKO ALOGO
  14. Connemara
  15. Criollo
  16. TO ALOGO TIS ISLANDIAS
  17. Percheron
  18. ALOGA PREVALSKI
  19. Merens

Ισπανικό άλογο

Όταν οι Σαρακηνοί εισέβαλαν στην Ισπανία έφεραν μαζί τους και μεγάλο αριθμό Αραβικών και Βερβερίνικων αλόγων που όπως ήταν φυσικό βελτίωσαν σημαντικά τα ντόπια ζώα. Η διασταύρωση αυτή είχε ως αποτέλεσμα το Ισπανικό Ζινέτ, περίφημο για την ομορφιά και τη μεγάλη υπακοή του. Τα κύρια χαρακτηριστικά τους ήταν το μεγάλο ήταν το μεγάλο πλάτος του στήθους, οι δυνατοί ώμοι, οι ρωμαϊκές μύτες, οι μακριοί τοξοτοί λαιμοί με την πλούσια χαίτη, καπούλια χήνας και υπερβολική κίνηση που τόσο πολύ εκτιμήθηκε αργότερα στη Σχολή της Βιένης. Το Ισπανικό Ζινέτ περιγράφτηκε από τον Ρίτσαρντ Μπέρεντζερφ ως υπάκουο και αφοσιωμένο στον άνθρωπο αλλά ταυτόχρονα θαρραλέο και πνευματώδες, και πήρε τους καλύτερους επαίνους από τον Γουίλιαμ Κάβεντις πρώτο Δούκα του Νιούκασλ στο βιβλίο του «Μια νέα μέθοδος» και εξαιρετική ανακάλυψη στην εκπαίδευση αλόγων (1667). Αν διαλεχτεί σωστά, είναι το πιο ευγενικό άλογο στον κόσμο, το πιο όμορφο που μπορεί να γίνει, γιατί δεν είναι τόσο γυναικείο όπως το Βερβερίνικο ούτε τόσο χοντροκομμένο όσο το Ναπολιτάνικο. Διαθέτει πνεύμα, μεγάλο θάρρος και υπακοή, περήφανο περπάτημα και τροχασμό, τον υψηλότερο καλπασμό, τη γρηγορότερη επιτάχυνση και είναι το πιο ευγενικό, το πιο αξιαγάπητο και το πιο κατάλληλο άλογο για ένα βασιλιά τη μέρα του θριάμβου του, πολύ πιο έξυπνο και από το καλύτερο ιππικό Ιταλικό άλογο και για το λόγο αυτό το πιο εύκολο στην εκπαίδευσή του μια και παρατηρεί τα πάντα με τα μάτια του και η μνήμη του είναι εξαιρετική. Τα καλύτερα Ισπανικά Ζινέτ εκτρεφόταν στους Ισπανικούς βασιλικούς στάβλους στην Κόρντομπα και θεωρούνται ότι προέρχονται από το Βερβερίνικο επιβήτορα Κρούσμαν και φοράδες της Ανδαλουσίας. Αργότερα τα Ισπανικά άλογα εκφυλίστηκαν αρκετά, εκτός από τη γενιά της Ανδαλουσίας που φτάνει μέχρι το Μεσαίωνα και φέρει Αραβικό και Βερβερίνικο αίμα και που στο παρελθόν πρόσφερε σε μεγάλους αριθμούμε άλογα για το στρατό. Σήμερα, ο πιο σημαντικός στάβλος στην Ισπανία είναι στο Χερέζ όπου εκτρέφονται άλογα μέτριας θερμοκρασίας.

ισπανικό άλογο

'Άλογα Suffolk

Άλογα Suffolk Το κύριο χαρακτηριστικό του Suffolk είναι το καστανό του χρώμα. Δεν έχει εμφανιστεί ποτέ άλλο χρώμα στη συγκεκριμένη ράτσα αλόγων. Επιπλέον, ξεχωρίζει μαζί με το Percheron γιατί είναι το μόνο βρετανικό άλογο ζεύξης με καθαρά πόδια. Είναι αυτόχθονο στην κομητεία του Suffolk, στην ανατολική πλευρά της Αγγλίας και σύμφωνα με την Μπριτάνια του Κάμντεν, το Suffolk χρονολογείται από το 1506. Ένα περίεργο χαρακτηριστικό σε σχέση με αυτή τη ράτσα είναι ότι κάθε ζώο της σήμερα έχει τις ρίζες του σε μια συνεχή γραμμή από την πλευρά των αρσενικών μέχρι ένα άλογο που γεννήθηκε το 1760. Δε χρειάζεται να πούμε ότι το Suffolk δεν έχει μεταβληθεί από εκείνη την εποχή με την είσοδο ξένου αίματος από ράτσες που διέθεταν πιο λεπτό κεφάλι, μεγαλύτερη ενεργητικότητα και ίσως πιο ευγενική διάπλαση. Όλες αυτές έδωσαν σήμερα ένα πολύ όμορφο άλογο με πολύ καλές επιδόσεις, γιατί το Suffolk θα δουλέψει γερά από τη στιγμή που θα γίνει δύο χρόνων μέχρι τα είκοσι πέντε του και επιπλέον είναι ένα πολύ οικονομικό άλογο για το νοικοκυριό μια και του αρκεί λίγη τροφή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι εκτός από λίγες εξαιρέσεις είναι πολύ υπάκουο. Το μέσο ύψος του είναι γύρω στα 1,60μ. και πρέπει να είναι πολύ πλατύ στο στήθος και τα καπούλια. Άλλα χαρακτηριστικά του αλόγου είναι τα κοντά πόδια του και επομένως και η ελκτική του δύναμη που εφαρμόζεται χαμηλά και έτσι ασκείται άμεσα όλη στο όχημα που έλκει. Και το μεγάλο του σώμα αποτελεί χαρακτηριστικό και το άλογο έχει μια στρογγυλή ογκώδη αλλά και φιλική εμφάνιση που είναι εντυπωσιακή. Το γεγονός ότι μπορεί, αν του ζητηθεί, να καλπάσει με τρόπο αδιανόητο για τα Σάιρ ή τα Κλαϊντεσνταίηλ, είναι ένα ακόμα πλεονέκτημά του. Πολλά έχουν γραφτεί και λεχθεί τα περασμένα χρόνια για τα υποτιθέμενα αδύναμα πόδια του Suffolk και είναι γενικά αποδεκτό ότι υπήρχε αλήθεια σε αυτά. Μπορούμε όμως να δηλώσουμε ότι οι εκτροφείς όλα αυτά τα χρόνια έκαναν πολλές προσπάθειες και κατάφεραν να εξαλείψουν αυτό το μειονέκτημα. Το χρώμα τους είναι καστανό, το κεφάλι τους μεγάλο και με φαρδύ μέτωπο. Έχουν βαθύ λαιμό στο κολάρο που λεπταίνει με χάρη προς το κεφάλι. Οι ώμοι του είναι επιμήκεις και μυώδεις. Έχουν στρογγυλά πλευρά από τους ώμους μέχρι την κοιλιά, με όμορφο διάγραμμα ράχης, σαγονιών και καπουλιών. Τα πόδια τους είναι ευθύγραμμα με κυρτά μεσοκύνια, μεγάλα γόνατα και μακριούς καθαρούς ταρσούς πάνω σε κοντές κνήμες. Αγκώνες στραμμένοι προς τα μέσα θεωρούνται σοβαρό μειονέκτημα. Οι οπλές είναι αρκετά μεγάλες και κυκλικές. Ένα τέτοιο ζώο δεν είναι περίεργο που έχουν γίνει πολλές προσπάθειες να διασταυρωθεί με Thoroudbred και Αραβικά με σκοπό να δημιουργηθούν επιθετικοί κυνηγοί και Κομπ. Οι προσπάθειες αυτές είχαν μέχρι τώρα διάφορους βαθμούς επιτυχίας, όπως είναι λογικό σε μια τόσο αντιθετική διασταύρωση. Παρ' όλα αυτά έχουν δημιουργηθεί πολλά καλά ζώα που κατά καιρούς έγιναν αποδεκτά με ενθουσιασμό. Οι διασταυρώσεις αυτού του είδους όμως είναι αναπόφευκτο να περιλαμβάνουν και ένα μεγάλο ποσοστό τύχης.

άλογα Suffolk

Πόνι Fell

Μέχρι πριν από 75 χρόνια, το πόνι Fell το χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρει μετάλλευμα από τα ορυχεία στο Ταϊνσάιτ στη βόρεια Αγγλία. Ελεύθερα και σε ομάδες των 20, τα πόνι αυτά κουβαλούσαν εκατό κιλά μεταλλεύματος μέσα σε πανέρια, 50 κιλά στην κάθε πλευρά. Υπό την ευθύνη ενός αναβάτη η ομάδα διατηρούσε σταθερό ρυθμό περπατήματος και κάλυπτε 386 χιλιόμετρα την εβδομάδα. Τα πόνι Dales και Fell εκείνη την εποχή ήταν τόσο όμοια μεταξύ τους που δε γινόταν καμιά διαφοροποίηση μεταξύ τους. Τα Απέννινα όρη εκτείνονται σας ραχοκοκαλιά από το βορρά προς το νότο της Αγγλίας, χωρίζοντας την Κούμπρια από τα Νορθάμπερλαντ, Ντούχραμ και Γιορκσάιρ. Είναι μια μεγάλη σειρά από λόφους με άγριους βαλτότοπους και ελάχιστες διασκορπισμένες φάρμες, όπου μπορούν να αντέξουν το κλίμα μόνο τα σκληρότερα από τα άλογα. Βρίσκουμε τα Fell πόνι να τρέχουν σε άγρια μορφή σε μια περιοχή που ορίζεται χονδρικά απότ την κορυφή των λόφων μέχρι πέρα στη Δύση, τα βουνά της Κούμπρια. Από την άλλη πλευρά, στην ανατολή είναι η πατρίδα του πόνι Dales, της συγγενικής ράτσας, ενός λίγο πιο γεροδεμένου και ψηλότερου πόνι. Παρόλο που παλιότερα το χρησιμοποιούσαν για φόρτωμα, το Fell είναι και πολύ καλό για ιππασία και η αλήθεια είναι ότι για γενική χρήση στην ιππασία και για ζέψιμο είναι δύσκολο να βρεθεί το ταίρι του. Από τους θαυμάσιους τύπους που βλέπουμε στις επιδείξεις του Άσκοτ μέχρι το χοντροκομμένο ζώο που συναντάμε στη φύση, το Fell μοιάζει να μην απομακρύνεται καθόλου από τον αρχικό του τύπο. Από όλες τις ορεινές ράτσες της Αγγλίας, το Fell είναι αυτό που έχει μείνει κοντύτερα στην αρχική του μορφή. Το ύψος του δεν ξεπερνά τα 1,40 μέτρα. Το χρώμα του είναι μαύρο, καφέ, ρούσο ή γκρι. Το κεφάλι του είναι μικρό με φαρδύ μέτωπο που στενεύει στη μουσούδα. Ο λαιμός έχει αντίστοιχο μήκος. Το αρσενικό έχει μέτρια χαίτη. Οι ώμοι απλώνονται προς τα πίσω και είναι κυρτοί, με όχι πολύ καλά ακρώμια. Η ωμοπλάτη του είναι μακριά και σε σωστό μέγεθος, ενώ έχει αναπτυγμένους μύες. Η ράχη είναι δυνατή και τα καπούλια μυώδη. Ο σκελετός είναι βαθύς και πυκνός γύρω από την καρδιά, με στρογγυλές πλευρές, κοντές και καλοζυγισμένες. Τα πίσω πόδια είναι τετράγωνα και δυνατά και η ουρά καλοφτιαγμένη. Οι οπλές έχουν αξιόλογο μέγεθος, είναι στρογγυλές και ανοιχτές στις φτέρνες. Τα μπροστινά πόδια είναι ίσια, με καλοσχηματισμένα γόνατα. Το οστό της κνήμης είναι κοντό, ο μηρός είναι εξαιρετικά μυώδης. Το πόνι έχει άφθονο τρίχωμα χαμηλά στα πόδια, που το μεγαλύτερο μέρος του πέφτει το καλοκαίρι. Έχει ένα ζωηρό βάδισμα, ένα καλοζυγισμένο τροχασμό με πολύ καλή κίνηση του γονάτου και του ταρσού, επιδεικνύει κανονικά μεγάλη αντοχή και ταχύτητα. Το Fell είναι σκληρό, αλλά με καλό χαρακτήρα, έχει έντονη και ζωηρή εμφάνιση, καθώς και εξαιρετική ποιότητα οστών.

πόνι fell

Πόνι Dales

Το πόνι αυτό είναι αυτόχθονο στη βόρεια Αγγλία και κατοικεί στην ανατολική της πλευρά, εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Μια οροσειρά εκτείνεται από βορρά προς νότο, γνωστή ως Απέννινα όρη, και από τη δυτική της πλευρά ήρθε το πόνι Fell, ενώ από την ανατολική της το πόνι Dales. Στην αρχή, και τα δύο ήταν του ίδιου τύπου και δεν ξεχώριζαν μεταξύ τους, εκτός από κάποιες τοπικές ιδιομορφίες και το όνομά τους. Σήμερα το Dales είναι μεγαλύτερο κατά 2 εκατοστά και έχει πιο στιβαρό και δεμένο κορμί. Το πόνι Dales χρησιμοποιούνταν ανέκαθεν για φόρτωμα και για γενιές ολόκληρες, τον περασμένο αιώνα, το χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν το μετάλλευμα από τα ορυχεία του Νορθάμπερλαντ και του Ντούραμ μέχρι τις αποβάθρες. Κανείς δε συνόδευε τα πόνι, αλλά περπατούσαν στη σειρά, το ένα πίσω από το άλλο, με τον αρχηγό τους μπροστά. Το βάρος που κουβαλούσαν ήταν μεγάλο, γύρω στα 50 κιλά σε κάθε πλευρά, και η απόσταση που κάλυπταν κάθε εβδομάδα ήταν γύρω στα 386 χιλιόμετρα. Σε αυτό χωρίς αμφιβολία βοήθησε η σταθερότητά τους και το ότι ήταν ελεύθεροι και ενεργητικοί εργάτες. Για να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς τώρα, το σύγχρονο Dales έχει χάσει πολύ από τον ορεινό του χαρακτήρα και η αλήθεια είναι ότι δεν είναι σίγουρο αν μπορούμε ακόμα να τα αποκαλούμε έτσι. Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να αποτελούν έναν πολύ ωραίο τύπο και υπάρχουν και μερικά από τον αρχικό, τώρα όμως αποτελούν μια διασταυρωμένη ράτσα. Το ύψος τους φτάνει μέχρι 1,42 μέτρα και πολλά από αυτά είναι μαύρα, ενώ άλλα συνηθισμένα χρώματα είναι το ρούσο, το καφέ και μερικές φορές το γκρι. Τα καστανά, τα πολύχρωμα και τα ασπρόμαυρα δεν έχουν εμφανιστεί ποτέ. Διαθέτουν άφθονο, λεπτό τρίχωμα στο κάτω μέρος των ποδιών, πράγμα που θεωρείται αρκετά σημαντικό. Διαθέτουν πολύ καλή κίνηση, τοποθετώντας τα πόδια τους κατακόρυφα κάτω και με σιγουριά, αν και δεν είναι σπάνιο να εμφανιστούν και μερικά που τα σπρώχνουν προς τα πίσω. Το κεφάλι τους έχει το μέγεθος κεφαλιού πόνι, με μικρά αφτιά και λεπτή μουσούδα και λάρυγγα. Ο λαιμός τους είναι συνήθως κοντός, και έχει ώμους πολύ γυρτούς και ευθείς. Η ράχη, οι λαγόνες και τα πίσω πόδια και καπούλια είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να βρεθεί, είναι πλούσια, δυνατά και γεμάτα, ενώ τα πλευρά τους είναι καλοσχηματισμένα. Η ουρά δε φυτρώνει από ψηλά, όπως σε μερικές από τις ορεινές ράτσες. Τα πόδια, τα καλάμια και οι κλειδώσεις είναι όλα πολύ καλά και το ίδιο ισχύει για τους ταρσούς και τα γόνατα και μπορούμε να πούμε ότι για το μέγεθός του το πόνι αυτό εμφανίζει πολύ καλή ποιότητα οστών. Η όλη εμφάνιση του πόνι δίνει την εντύπωση της εξαιρετικής δύναμης για το μέγεθός του. Η ράτσα είναι σχεδόν απαλλαγμένη από την κληρονομική αστάθεια, και λόγω των κλιματικών συνθηκών είναι βέβαια εξαιρετικά σκληροτράχηλη. Όσοι ξέρουν, ισχυρίζονται ότι το πόνι αυτό εύκολα πείθεται να κάνει όλες τις δουλειές μιας μικρής φάρμας. Έτσι το Dales αξίζει πολλά λόγω των πολλών χρήσεων που μπορεί να έχει. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι το πόνι που θα εργάζεται στα χωράφια δεν είχε ποτέ μεγάλη ζήτηση στην Αγγλία και ποτέ βέβαια δεν πήρε τη θέση που είχε σε άλλα μέρη της Ευρώπης και ειδικότερα στις Σκανδιναβικές χώρες. Στη Σκοτία όμως υπήρχε μια αξιόλογη ζήτηση, ιδιαίτερα από τα μικρά υποστατικά και τις απειράριθμες μικρές φάρμες του εσωτερικού. Με την υπακοή του, την ενεργητικότητά του και τη γενική του αντοχή, το πόνι Dales δεν μπορεί να ξεπεραστεί εύκολα σε αυτή τη χρήση. Το μέλλον του θα εξαρτηθεί κατά πολύ από τη ζήτηση ή την έλλειψή της. Μπορεί να υπάρξει ζήτηση σε πολλές από τις μεγαλύτερες κωμοπόλεις της Αγγλίας και της Σκοτίας, από μικρούς εμπορευόμενους και τοπικούς ορεινούς αγρότες και όσο αυτή η ζήτηση θα διαρκεί, το Dales θα έχει πάντα μια θέση. Αρκεί να μη σταθούμε στις λεπτομέρειες για να διαπιστώσουμε το πόσο κατάλληλο είναι αυτό το πόνι για το μικρό κτηματία, αλλά όπως και όλα τα άλογα και πόνι που στο παρελθόν είχαν μια θέση στα ζώα εργασίας και όχι ευχαρίστησης, το μέλλον τους δεν είναι καθόλου βέβαιο.

πόνι dales

Dartmour

Οι ανεμοδαρμένες εκτάσεις του Dartmour στο νοτιοδυτικότερο άκρο της Αγγλίας, με τους βραχώδεις απότομους λόφους και τους άβατους βάλτους, που στην καλύτερη περίπτωση προσφέρουν ελάχιστη βοσκή, δύσκολα θα μπορούσαν να καταταγούν στις περιοχές που είνα κατάλληλες και την εκτροφή πόνι. Και όμως, εδώ ζουν τα περίφημα Dartmour πόνι. Εδώ έζησαν και πολλαπλασιάστηκαν, άγνωστα για πολλούς αιώνες, με την προστασία μόνο της άγριας φύσης όπου επέζησαν μόνο τα καλύτερα. Έτσι έγινε και όπως και στις υπόλοιπες ορεινές και βαλτώδεις περιοχές των βρετανικών νησιών, ένα πόνι αυτόχθονο και εντελώς διαφορετικό, περιφέρεται σε άγρια σχεδόν κατάσταση στην άγονη αυτή χώρα και αναπαράγεται όταν το έδαφος είναι καλυμμένο από χιόνι, ξύνοντας με τις οπλές του για λίγη τροφή. Τα πόνι αυτά παραμένουν ελεύθερα, εκτός από την περίπτωση που πωλούνται. Πολύ λίγα έχει αγγίξει ανθρώπινο χέρι, εκτός όταν τα μαρκάρουν. Κατά βάση, ένα πόνι ιππασίας Dartmour, αν εξημερωθεί σε νεαρή ηλικία, γίνεται το καλύτερο πόνι ιππασίας που μπορεί να υπάρχει. Ως προς το μέγεθος και τη διάπλασή του συγγενεύει με το πόνι του Έξμουρ. Και οι δύο ράτσες δίνουν τα καλύτερα πόνι για νέους. Παρόλο το μικρό τους μέγεθος, έχουν αρκετά μεγάλο βάρος. Ωστόσο, θεωρείται ότι όταν ένα παιδί μπορέσει να περπατήσει και να τρέξει, τότε του χρειάζεται ένα πόνι που να το ξεπερνά μόνο κατά λίγους πόντους. Το Dartmour είναι ένα όμορφο πόνι, φτιαγμένο με γερό σκαρί, και τα καλύτερα του είδους καλύπτουν τις προδιαγραφές κάθε αλόγου ή πόνι εργασίας που διαθέτει και κάποια χάρη. Έχει μεγάλη διάρκεια ζωής και θα παραμείνει το ίδιο σε μια μεγάλη οικογένεια με παιδιά που θα τους παρέχει τις υπηρεσίες του, από το μικρότερο ως το μεγαλύτερο. Όπως όλες οι ράτσες των ορεινών και ελωδών περιοχών της Αγγλίας, το αυθεντικό Dartmour είναι εξαιρετικό ζώο αναπαραγωγής. Από τα εξαιρετικά αυτά πόνι, όπως και από τα πόνι του Έξτερ και της Ουαλίας, κυνηγετικά άλογα, άλογα παιδιών και ενοικίασης, έχουν κερδίσει αμέτρητους διαγωνισμούς σε όλο το πλάτος και το μήκος των βρετανικών νησιών. Το ύψος τους δεν ξεπερνά τα 1,22 μέτρα, έχουν χρώμα ρούσο, μαύρο ή καφέ. Το κεφάλι τους είναι μικρό και τα αφτιά τους είναι αρκετά ευκίνητα. Ο λαιμός τους είναι δυνατός, αλλά όχι πολύ βαρύς, ούτε μακρύς ή κοντός. Τα αρσενικά έχουν μέτρια χαίτη. Η ράχη, τα καπούλια και το πίσω μέρος τους είναι δυνατά και γεμάτα μύες. Η κίνησή τους γίνεται συνήθως χαμηλά και είναι ελεύθερη. Η ουρά βρίσκεται ψηλά και είναι πλούσια. Για μια μεγάλη περίοδο στο παρελθόν, οι εκτροφείς του Dartmour πόνι πέρασαν μεγάλες αγωνίες. Μέχρι τις αρχές του αιώνα μας το πόνι Dartmour διέτρεχε τη φυσική του περιοχή ελεύθερο. Για να καλύψουν τις ανάγκες για ένα μικρό πόνι που θα δουλεύει στα ορυχεία, μερικοί κάτοικοι των βάλτων, χωρίς να υπολογίσουν τη διατήρηση του είδους, εισήγαγαν επιβήτορες Σέτλαντ χωρίς καμιά διάκριση. Το αποτέλεσμα της διασταύρωσης ήταν το Dartmour-Σέτλαντ πόνι, με πολύ γερά πόδια. Η διασταύρωση όμως αυτή αφέθηκε στην τύχη της, με αποτέλεσμα να βγουν πολλά πόνι με μέτρια ή και άσχημα χαρακτηριστικά που αναπαράγονταν ελεύθερα και λίγο έλειψε να εξαφανίσουν το πραγματικό και αυθεντικό Dartmour. Η Dartmour Pony Society, η British Horse Society και άλλοι οργανισμοί έκαναν φιλότιμες προσπάθειες, αλλά όχι με απόλυτη επιτυχία, για να ξεκαθαρίσουν πάλι τη ράτσα. Σίγουρα όμως τους αξίζουν πολλά συγχαρητήρια, καθώς και σε ιδιώτες εκτροφείς που έχουν διατηρήσει μερικά καθαρόαιμα πόνι.

dartmour

Άλογα Κομπ Ουαλίας

Το Κομπ Ουαλίας είναι γνωστό και πέρα από τα σύνορα της Μεγάλης Βρετανίας, μια και είναι το άλογο με τα πολλά προτερήματα και την εξαιρετική δύναμη και αντοχή. Η ράτσα αυτή προέρχεται από το πόνι της Ουαλίας που είναι πολύ πιο παλιό από κάθε γραπτή αναφορά. Το Κομπ Ουαλίας έχει ασκήσει μεγάλη επίδραση στα άλογα τροχασμού σε πολλές χώρες. Το αίμα του έχει προσφέρει πολλά στη δημιουργία του Χάνκεϊ αλόγου και πόνι της Βρετανίας. Επίσης πριν από πάρα πολλά χρόνια χρησιμοποιήθηκε στην ανάπτυξη του πόνι Φελ, που μέχρι αρκετά πρόσφατα χρησιμοποιούνταν ως πόνι τροχασμού. Όπως ήταν αναμενόμενο, το Κομπ Ουαλίας έχει κληρονομήσει μεγάλο μέρος από τη σκληράδα του πόνι της Ουαλίας, στο οποίο και μοιάζει κατά πολλούς τρόπους, μια και έχει το ίδιο μικρό κεφάλι που δείχνει μεγάλη ποιότητα και τα μικρά όρθια αυτιά, τόσο χαρακτηριστικά των πόνι. Διαθέτει επίσης ένα δυνατό κορμί, με βαθιά κοιλιά και εξαιρετικά ισχυρούς γλουτούς, με μια καλοβαλμένη ουρά, ενώ τα πόδια του είναι κοντά και δυνατά και έχει ένα φαρδύ και πλούσιο στήθος. Στην κίνηση πρέπει να είναι ενεργητικό και να μη σηκώνει πολυ ψηλά τα γόνατα. Έχει πολλές χρήσεις και μπορεί να περιγραφεί ως ο χρήσιμος τύπος αλόγου. Πολύ λίγα άλογα μπορούν να αποδειχθούν πιο χρήσιμα στο μικροκτηματία, γιατί από τη φύση του είναι ζώο έλξης και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάθε είδους δουλειά υποζυγίου. Είναι δυνατό, σκληρό και ζωηρό άλογο, ενώ το συναντάμε σε όλα τα χρώματα. Έχει μεγάλα μάτια και σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, ενώ ο λαιμός του είναι μακρύς. Οι ώμοι του είναι δυνατοί και τραβηγμένοι προς τα πίσω. Τα μπροστινά του πόδια είναι ίσια, χωρίς καμιά κλίση στις μασχάλες, έχει δυνατά γόνατα με γερά κόκαλα, μεσοκύνια αναλόγου μήκους και κλίσης, πέλματα καλοφτιαγμένα, οπλές σκληρές. Σε σκληρές συνθήκες μια μέση ποσότητα μαλακού τριχώματος δεν ενοχλεί, αλλά το άγριο, σκληρό τρίχωμα είναι απαράδεκτο. Η ράχη και οι λαγόνες του είναι μυώδεις, δυνατοί και συμμετρικοί, τα καπούλια του επιμήκη και δυνατά, οι μηροί του είναι δυνατοί και μυώδεις. Έχει μεγάλους ταρσούς, επίπεδους και καθαρούς, με τις άκρες να εξέχουν χωρίς να έχουν κλίση ούτε προς τα μέσα ούτε προς τα έξω. Η κίνησή του πρέπει να είναι ελεύθερη, πραγματική και δυναμική. Πρέπει να λυγίζει το γόνατο και ολόκληρο το μπροστινό πόδι να εκτείνεται σε ευθεία από τον ώμο, όσο γίνεται πιο μπροστά κατά τον τροχασμό. Ενδεικτικό της σκληράδας και της αντοχής του τύπου αυτού είναι το γεγονός ότι την εποχή που ο στρατός δεν ήταν μηχανοκίνητος, το Κομπ, με την ικανότητά του να μεταφέρει ένα τεράστιο βάρος, χρησιμοποιούνταν στις μεταγωγές του στρατού. Για το λόγο αυτό επιβήτορες καλής ποιότητας είχαν πάντα μεγάλη ζήτηση από ξένες κυβερνήσεις για τη βελτίωση των στρατιωτικών τους αλόγων. Για το μέλλον του Κομπ Ουαλίας μπορούμε να προβλέψουμε μόνο ότι ο τύπος ιππασίας θα διατηρήσει τη δημοτικότητά του στις μέρες μας, που όλο και αυξάνει η ζήτηση αλόγων ιππασίας.

Άλογα κομπ Ουαλίας

Αμέρικαν Σαντλ

Ηράτσα αυτή αποτελεί προϊόν πέρα από τον Ατλαντικό, που κάνει πολύ περήφανους τους Αμερικανούς. Ξεκινάει από τις μέρες των πρωτοπόρων, όταν οι πρώτοι άποικοι εγκαταστάθηκαν στη χώρα πριν από 350 περίπου χρόνια. Στη χώρα υπήρχαν μόνο δύο τρόποι να ταξιδέψει κανείς, το νερό και το άλογο. Δεν υπήρχαν αυτόχθονες ράτσες στην Αμερική, έτσι οι πρώτοι άποικοι, όπως και οι Ισπανοί, έφεραν τα άλογα μαζί τους ή τα εισήγαγαν στη χώρα λίγο μετά. Ήταν Εγγλέζικα άλογα, πριν από την εποχή των Θόρουμπρεντ, μαζί με άλογα από την Ισπανία, τη Γαλλία, την Αφρική και την Ανατολή. Όλα αυτά μαζί έκαναν στο Αμέρικαν Σαντλ. Οι πρωτοπόροι εκείνοι έπρεπε να έχουν ένα ελαφρό, δυνατό, σκληροτράχηλο, γρήγορο άλογο που θα καλύπτει άνετα μεγάλες αποστάσεις, να προσαρμόζεται εύκολα στις κακουχίες, με καλό χαρακτήρα και εξυπνάδα. Έτσι αναπαρήγαγαν ζώα με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή, από τα καλύτερα άλογα που διέθεταν και που αργότερα περιέλαβαν και τα Εγγλέζικα Θόρουμπρεντ, που έδωσαν στη ράτσα τη φλόγα και την εξυπνάδα τους, ενώ την καλοσύνη και τον καλόβολο χαρακτήρα τα πήρε από τα παλιότερα Εγγλέζικα άλογα. Αργότερα εμφανίστηκαν και διάφορες άλλες αμερικανικές ράτσες, όπως Μόργκαν, Στάνταρτ Μπρεντ κ.ά. Ο επίσημα όμως αποδεκτός ιδρυτής της παρούσας ράτσας είναι ο Θόρουμπρεντ Ντάνμαρκ (γεννήθηκε το 1839). Αξίζει να σημειωθεί ότι ο «πατέρας» της ράτσας, το Κεντάκι Σαντλ, είχε εδραιωθεί από πολύ πιο πριν. Στη ράτσα αυτή τρέχει ακόμα και το αίμα του Μέσαντζερ, του προγόνου του Αμερικανού τροχαστή. Τα χαρακτηριστικά της ράτσας είναι τα εξής: ύψος 1,50 μ. - 1,60 μ. Η φυσική διάπλαση πρέπει να είναι ελαφριά και συμμετρική, με καλό κεφάλι, μακρύ, λεπτό λαιμό, καλοσχηματισμένους ώμους, στρογγυλή κοιλιά, επίπεδα καπούλια και καλλίγραμμα λεπτά πόδια. Η γενική εμφάνιση πρέπει να δείχνει καλή ράτσα και εξυπνάδα, το κεφάλι να στέκει περήφανο ψηλά, όπως και η ουρά, και το ζώο να στέκει καλύπτοντας μεγάλη επιφάνεια. Να είναι υπάκουο και να έχει έξυπνο χαρακτήρα. Το ειδικό χαρακτηριστικό της ράτσας είναι οι βηματισμοί, κάτι για το οποίο εκθειάζεται και στις επιδείξεις και μάλιστα εκτρέφεται αποκλειστικά γι' αυτό. Οι βηματισμοί αυτοί είναι το συνηθισμένο βάδην, ο τροχασμός και ο τριποδισμός, όπως και οι τεχνητοί ρυθμοί, το βάδισμα τροχάδην, το σιγανό βάδισμα ή σλόου ρακ και το φαστ ρακ. Τα ζώα εκπαιδεύονται ειδικά για κάθε είδος βαδίσματος και υπάρχουν και ζώα που έχουν εκπαιδευτεί σε 3 ή 5 είδη. Ο τροχασμός πρέπει να είναι πολύ ψύχραιμος, με το κεφάλι εύκαμπτο, το λαιμό και την ουρά σε τόξο. Η κίνηση πρέπει να γίνεται ψηλά, μαλακά και με ταχύτητα. Το ρακ είναι ένας ρυθμός στο ένα πόδι, όπου κάθε πόδι ακουμπά στο έδαφος μόνο του και με μεγάλη ταχύτητα, ένα σταθερό 1-2-3-4, χωρίς παύσεις και με κάθε χτύπημα ίσο με το προηγούμενο. Το σιγανό βάδισμα είναι ένας πολύ παλιός ρυθμός που συναντάμε συχνά σε τοπικά ζώα στην Ινδία και την Ανατολή και σε μια καμήλα σε τροχασμό, τα πόδια σε κάθε πλευρά πηγαίνουν μαζί, αντί για τη συνηθισμένη διαγώνια κίνηση του τροχασμού (βηματισμός Αραβάνι). Οι βηματισμοί αυτοί όταν γίνονται με τη χάρη και την ακρίβεια για την οποία είναι φημισμένη η ράτσα, δεν ξεχνιούνται εύκολα. Το χαρακτηριστικό κράτημα γίνεται με το σήκωμα των μυών της ουράς και του κρατήματός τους στη σωστή θέση. Με τη δυναμικότητά του, τους 3 ή 5 βηματισμούς του, για να μην αναφέρουμε το περίεργο κράτημα της ουράς, το άλογο αυτό είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Αυτά στην Αμερική, όπου φτάνουν στις υψηλότερες προδιαγραφές, συγκρίνονται μόνο με τα άλογα μονίππων και τα πόνι. Η ράτσα αυτή βρίσκεται σε λίγα μόνο μέρη έξω από την Αμερική, ούτε υπάρχει περίπτωση να γίνει δημοφιλής στην Αγγλία, ιδιαίτερα τώρα που ο νόμος της χώρας απαγορεύει το σήκωμα και δέσιμο της ουράς των αλόγων. Το Αμέρικαν Σαντλ, όπως λέει και το όνομά του, χρησιμοποιείται κυρίως για δουλειές που αποκτούν σέλα, αλλά καθώς η δράση αυτού του αλόγου είναι υπερβολική, είναι απίθανο να βρει φίλους σε άλλα μέρη του κόσμου όπου θεωρείται ιδανική η απαλή, χαμηλή και επίπεδη δράση του αλόγου.

Αμέρικαν Σαντλ

Άλογα Ορλόφ

Οδημιουργός της περίφημης αυτής ράτσας των Ρώσων τροχαστών ήταν ο κόμης Αλέξιος Γρηγόριεβιτς Ορλώφ, ένας Ρώσος ευγενής που γεννήθηκε το 1737 και πέθανε το 1808. Ήταν γνωστός για τη μεγάλη του δύναμη και τη δεξιοτεχνία του και ήταν ένας άνθρωπος και με πολλά άλλα ενδιαφέροντα, εκτός από τα άλογα. Είχε συμμετάσχει, μαζί με τον αδερφό του Γρηγόριο, στη συνωμοσία του 1762, που οδήγησε στον εκθρονισμό και το θάνατο του Πέτρου ΙΙΙ, και λέγεται ότι ήταν και π άνθρωπος που τον δολοφόνησε. Ήταν αρχηγός του ρωσικού στόλου που νίκησε τους Τούρκους στο Τσεσμέ το 1770. Όταν πέθανε, άφησε 30.000 δουλοπάροικους και εκτάσεις αξίας 5 εκατομμυρίων ρουβλίων. Μετά τις βιαιότερες ασχολίες του φάνηκε να στρέφει την προσοχή του στην εκτροφή αλόγων και το 1777 ανέπτυξε μια ράτσα που από τότε έχει το όνομά του, ενώ πολλές από τις υπόλοιπές πράξεις του έχουν από χρόνια ξεχαστεί. Έβγαλε το άλογο Ορλώφ, με διασταύρωση από τις εξής ράτσες: Εγγλέζικο Θόρουμπρεντ, Αραβικό, Ολλανδικό, Δανίας και Μέκλενμπουργκ. Το πρώτο άλογο ήταν ένα Αραβικό, με το όνομα Σμέτανκα, που διασταυρώθηκε με μια Ολλανδική φοράδα, απ' όπου βγήκε το άλογο με το όνομα Πόλκαν. Ο πρώτος τροχαστής από τους απογόνους του Πόλκαν ήταν ένα άλογο από μια μαύρη Ολλανδική φοράδα που ονομάστηκε Μπαρς Φερστ. Το άλογο αυτό θεωρείται ο ιδρυτής της ράτσας Ορλώφ. Στη συνέχεια υπήρξαν και άλλες προσθήκες; Ολλανδικού, Αγγλικού και Αραβικού αίματος. Ο τροχασμός ήταν πάντα ένα δημοφιλές σπορ στη Ρωσία και στην προεπαναστατική Ρωσία η ράτσα του Ορλώφ δημιουργήθηκε γι' αυτόν ακριβώς το λόγο. Όπως είναι γνωστή σήμερα, η ράτσα έχει δύο ξεχωριστές γενιές, ένα βαρύ τύπο, με κυρίαρχο το μαύρο χρώμα και ένα ελαφρότερο, με πιο έντονα αραβικά χαρακτηριστικά που είναι συνήθως γκρι. Απ' όσο είναι γνωστό μέχρι σήμερα, το πιο γρήγορο μίλι (1,6 χλμ.) στη Ρωσία έχει καλυφθεί σε δύο λεπτά και έξι δευτερόλεπτα, που όμως είναι αρκετά πίσω από το αμερικανικό ρεκόρ τού ενός λεπτού και πενήντα πέντε δευτερολέπτων. Ένα καλό Ορλώφ είναι πολύ όμορφο άλογο με μικρό κεφάλι, πολύ Αραβικό στην εμφάνιση, με φαρδύ στήθος, μακριά ράχη, στρογγυλά καπούλια και δυνατά μυώδη πόδια. Το ύψος του φτάνει στα 1,70 μ. Στις αρχές του αιώνα, το είδος είχε αρχίσει να εκφυλίζεται κάπως, με μακρύτερο κορμί και πόδια και μειωμένη αντοχή. Εμφανίστηκαν επίσης και νέα χρώματα, όπως το σκούρο καφε και το σκούρο καστανό. Κατά την επανάσταση ο προλεταριακός ζήλος των Μπολσεβίκων επεκτάθηκε και στα καθαρόαιμα άλογα, εκτός από τους ανθρώπους αριστοκράτες, και πολλά άλογα βρήκαν το θάνατο. Η κοινή λογική όμως επικράτησε τελικά και έτσι η ράτσα διασώθηκε μαζί με το άθλημα του τροχασμού. Οι στάβλοι του Ορλώφ πέρασαν στο νέο κράτος και με το όνομα «Στάβλοι Κρενόβσκι» αποτελούσαν το βασικό μέρος εκτροφής του αλόγου Ορλώφ. Πριν από την επανάσταση στη Ρωσία, υπήρχαν γύρω στους 3.000 στάβλους όπου γινόταν αποκλειστική εκτροφή Ορλώφ τροχαστών. Η ράτσα αυτή αποτελεί μια ακόμα έκδοση της Αραβικής δυναστείας και είναι χαρακτηριστικό του αίματος και της δύναμής του που το κεφάλι Ορλώφ φέρει ακόμα την αραβική στάμπα. Το Ορλώφ πέτυχε τη μεγαλύτερη φήμη του ως τροχαστής και στο τέλος του περασμένου αιώνα ήταν το ιδανικό άλογο γι' αυτή τη δουλειά. Τώρα όμως δε θα μπορούσε να συναγωνιστεί με ίσους όρους με το δυνατό άλογο τροχαστή της Αμερικής. Το άλογο αυτό είναι μια περίπτωση επιστημονικής εξέλιξης, που δίνει υπερβολική ταχύτητα σε βάρος όλων των υπόλοιπων χαρακτηριστικών και με το Θόρουμπρεντ αποκλείουν το Αραβικό από τις ιπποδρομίες και το γήπεδο του πόλο, σε βάρος, όπως πιστεύουν πολλοί, της δύναμης και της αντοχής. Αναφέραμε ήδη τους 3.000 στάβλους που ήταν αφιερωμένοι στην εκτροφή αυτού του αλόγου, ένα νούμερο σχεδόν απίστευτο, αλλά δεν είναι δυνατόν να πούμε πόσοι από αυτούς υπάρχουν ακόμα και σήμερα.

Άλογα Ορλόφ

Ολλανδικό υποζύγιο

Το Ολλανδικό υποζύγιο είναι από τα πιο γεροδεμένα και τα πιο μυώδη άλογα της Ευρώπης. Επίσημα η γενεαλογία του φτάνει μέχρι το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα μέσω των γενεαλογικών βιβλίων της βασικής Ολλανδικής Λέσχης Υποζυγίων Αλόγων, που καλύπτει ολόκληρη τη χώρα και περιέχει όλους τους Ολλανδούς εκτροφείς βαριών αλόγων. Ο σκοπός της Λέσχης είναι να βελτιώνει και να προωθεί όλες τις ράτσες βαριών αλόγων της Ολλανδίας. Για να σταθεροποιήσουν τη ράτσα από το 1925 και μετά στα βιβλία της Λέσχης δεν γράφτηκε κανένα άλογο με άγνωστη γεναλογία και το βιβλίο αυτό είναι το μοναδικό σε ολόκληρη την Ολλανδία που είναι βασισμένο στην καθαρόαιμη και μόνο αναπαραγωγή, μια και μπορούν να εγγραφούν ζώα που έχουν και τους γονείς τους γραμμένους πριν από αυτά. Ενήλικα άλογα δεν εγγράφονται, παρά μόνο αν το pedigree τους ελεχθεί εξονυχιστικά και έχει επισυναφθεί και μια λεπτομερής περιγραφή. Όταν ένα εγγεγραμμένο άλογο ξεπεράσει τα δυόμισι χρόνια, μπορεί να μπει στο κατεξοχήν γενεαλογικό βιβλίο, εφού περάσει ειδικό έλεγχο ως προς τη διάπλασή του. Για ακόμα μεγαλύτερη επιλογή από αυτά τα δεύτερα, γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα εξετάσεις με βραβεία και μια φορά το χρόνο γίνεται μια μεγάλη εθνική επίδειξη όπου δεν κρίνεται μόνο η διάπλαση αλλά και η γενεαλογία. Η εκτροφή αλόγων για υποζύγια έχει αναπτυχθεί πολύ στην Ολλανδία από πολλές δεκαετίες και τώρα γίνεται με μεγάλη επιτυχία σε ολόκληρη τη χώρα και σε όλους τους τύπους των εδάφων. Σήμερα η ράτσα αυτή είναι αναγνωρισμένα υπάκοη κάτω από κάθε συνθήκη, πρόθυμη, ενεργητική, με ευχάριστο και θαρραλέο χαρακτήρα. Είναι φημισμένη για τη μεγάλη χρονική διάρκεια που μπορεί να αποδίδει εργατικό έργο, για την αντοχή της και τη γονιμότητά της. Διαθέτει ένα ήσυχο και έξυπνο ταπεραμέντο και μεγάλη αντοχή. Είναι ολιγαρκές στην τροφή και μπορεί να συντηρηθεί με πολύ λίγα. Το Ολλανδικό άλογο υποζυγίου είναι ένα ογκώδες, σκληρό ζώο με «βαριά» διάπλαση. Ο λαιμός είναι πολύ κοντός και στην άκρη του φέρει ένα όχι και τόσο βαρύ κεφάλι, με ακρώμια λίγο αναπτυγμένα και με βαρείς συχνά ώμους. Τα πόδια είναι τοποθετημένα με σωστό τρόπο και σωστό σχήμα, έχουν ισχυρούς μυς και καλές οπλές. Το μπροστινό μέρος είναι καλοαναπτυγμένο και ογκώδες, η ράχη είναι δυνατή και πλατιά με αναπτυγμένες πλευρές και το πίσω μέρος είναι πλατύ, βαρύ και ισχυρό. Η ουρά είναι χαμηλά τοποθετημένη και τα καπούλια έχουν μεγαλύτερη κλίση σε άλλες ράτσες. Το χρώμα του είναι ρουσό, καστανό ή γκρι ενώ το μαύρο είναι πολύ σπάνιο.

ολανδικό υποζύγιο

Μποσούτο

Το περίφημο Μπασούτο πόνι δεν ήταν από την αρχή ράτσα της Αφρικής. Ήταν άγνωστο στη νότια Αφρική μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα, παρόλο που οι αρχικοί του πρόγονοι αναπτύχθηκαν στις παραλίες της βόρειας Αφρικής. Με τις τεράστιες ζούγκλες που εκτείνονται ανάμεσα σε βορρά και νότο, με τη φοβερή μύγα Τσετσέ, δεν υπήρχαν μεγάλα περιθώρια για τη μετακίνησή τους προς το νότο. Με το άνοιγμα των θαλάσσιων δρόμων προς την ανατολή από τους Πορτογάλους και τους Ολλανδούς, δημιουργήθηκε μια δίοδος και το 1653 τέσσερα άλογα Αραβικού και Βερβερίνικου αίματος έφτασαν μέσω της Ιάβας στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. Αυτά ήταν τα πρώτα άλογα που... πάτησαν το πόδι τους στη νότια Αφρική και έγιναν οι πατέρες του αλόγου του Ακρωτηρίου, που είναι ο μακρινός πρόγονος του Μπασούτο πόνι. Η εισαγωγή Ανατολικών ρατσών, Αραβικών, Βερβερίνικων και Περσικών, συνεχίστηκε μέχρι το 1811. Το 18ο αιώνα, όταν ξεκίνησε το αγγλικό ενδιαφέρον για τη χώρα, άρχισε και η εισαγωγή του Εγγλέζικου Θόρουμπρεντ. Ειδικότερα, μεταξύ 1770 και 1790, εισήχθησαν πολύ καλοί Θόρουμπρεντ επιβήτορες, απόγονοι κυρίως των Χέροντ, Μάτσεμ και Έκλιψ, έτσι που αντιπροσωπεύτηκαν οι Μπάιερλι Τουρκ, Ντάρλεϊ Αράμπιαν και Γκαντόλφιν Μπαρμπ. Η ράτσα του αλόγου του Ακρωτηρίου άνθισε στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα και ήταν εμφανής στον πόλεμο των Μπόερς, όπου και απόκτησε τη μεγάλη της φήμη ως προς την εμφάνιση και την αντοχή. Στη συνέχεια, λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος εν μέρει και λόγω της εισαγωγής κατώτερων ρατσών, η ποιότητα της ράτσας έπεσε και αποδυναμώθηκε σημαντικά από το 1860. Σήμερα αντιπροσωπεύεται κυρίως από το Μπασούτο πόνι. Το άλογο του Ακρωτηρίου εμφανίστηκε στη χώρα των Μπασούτο, λόγω των συχνών συνοριακών επεισοδίων και λόγω των επιδρομών των Ζουλού από το 1822 και εξής. Τα κλεμμένα άλογα ήταν ο κύριος λόγος των επεισοδίων και έδιναν μεγάλη κοινωνική υπόσταση σε αυτούς που αποτολμούσαν τις επιδρομές. Από το 1830 και μετά το είδος αναπτύχθηκε σαν Μπασούτο πόνι κι έτσι είναι γνωστό μέχρι σήμερα. Είναι μικρόσωμο, καλοφτιαγμένο, με κοντά πόδια, επιμήκη πλάτη, πολύ σκληρές οπλές, με κάποια ποιότητα στο κεφάλι που προέρχεται από τους μακρινούς του προγόνους. Μεγαλωμένο στα μεγάλα ύψη του Ντράγκενσμπεργκ, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή ιππική παιδεία, αλλά όμως οδηγημένο από άφοβους ιππείς, το Μπασούτο έγινε ένα σκληρό, αυτάρκες, άγριο άλογο και ένα από τα πιο άφοβα και σίγουρα στα πόδια του πόνι στον κόσμο, που συχνά έτρεχε με γκάλοπ σε λόφους και περιοχές που οι περισσότεροι αναβάτες και άλογα δε θα τολμούσαν ούτε να περπατήσουν. Η αντοχή επίσης αυτών των πόνι είναι πολύ μεγάλη, μια και είναι ικανά να κουβαλούν 82-88 κιλά για 96-130 χιλιόμετρα την ημέρα. Στη χώρα τους είναι περιζήτητα για αγώνες και πόλο. Παρόλο που τα Μπασούτο χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς στον πόλεμο των Μπόερς, η ράτσα είχε ήδη αρχίσει να πέφτει και η κατάπτωση αυτή έγινε πιο γρήγορα στην αρχή του αιώνα μας. Τότε άρχισαν και οι προσπάθειες, που συνεχίζονται μέχρι σήμερα, για την αναζωογόνηση της ράτσας με την εισαγωγή Αραβικών επιβητόρων και με ένα προσεκτικό πρόγραμμα διασταυρώσεων. Το 1917 έγινε μια προσπάθεια εισαγωγής αίματος από τα Χάιλαντ πόνι, αλλά δεν ήταν επιτυχής. Σε μια χώρα σαν τη νότια Αφρική, όπου φαίνεται να αυξάνει συνεχώς το ενδιαφέρον για τα μικρόσωμα άλογα και όπου το πόλο ανθίζει σαν σπορ, το Μπασούτο πόνι έχει ξαναβγεί στο προσκήνιο. Μπορεί και οι διασταυρώσεις τελικά να εξαφανίσουν το πραγματικό Μπασούτο, αλλά έχει ήδη κερδίσει τέτοια παγκόσμια φήμη για τη σκληράδα του και την αντοχή του, που υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ότι δε θα εκλείψει τελικά ως ράτσα.

μποσούτο

Αυστριακό ΆΛΟΓΟ

Στην Αυστροουγγαρία, πριν από τον πόλεμο, εκτός από τα αυτόχθονα και τις πολυάριθμες ημιράτσες που χρησιμοποιούνταν για ίππευση και ζεύξη, υπήρχαν και αυστριακές ράτσες, όπως η Λιπιτσάνερ, η Κλαντρούμπερ και η Πιντζγκάουερ. Η Κλαντρούμπερ πήρε το όνομά της από μια περιοχή στη Βοημία όπου εκτρεφόταν στους αυτοκρατορικούς στάβλους. Προέρχονται από Ισπανικά άλογα που ήρθαν στην Αυστρία και τη Βοημία από την Ισπανία και την Ιταλία, από τα οποία κληρονόμησαν και τα περισσότερα χαρακτηριστικά τους, όπως τη διάπλαση, την καλή απόδοση, τις ρωμαϊκές μύτες και τους μακριούς λαιμούς με την πυκνή χαίτη. Η επιλογή τους για διάφορες εργασίες γινόταν ως προς την αύξηση του μεγέθους τους (το ύψος τους φτάνει τα 1,70μ.-1,80μ.) και τη δημιουργία λευκών ή μαύρων μόνο αλόγων. Με το θεαματικό τους παράστημα, σε ομάδες 6 ή 8 αλόγων με το ίδιο χρώμα, ήταν τα ιδανικά άλογα για να σύρουν την αυτοκρατορική άμαξα και μάλιστα τα χρησιμοποιούσαν σε πολύ επίσημες περιπτώσεις. Ποτέ δεν υπολόγισε κανείς την πρακτική τους αξία. Το Πιντζγκάουερ είναι ένα άλογο σκούρου χρώματος, με σταχτιές βούλες συνήθως, είναι πολύ δυνατό και βαρύ, ύψους 1,50μ.-1,60μ., και έχει «καθαρά», δυνατά πόδια. Λέγεται ότι προέρχεται από τα Γαλλικά άλογα που εκτράφηκαν στην περιοχή Πιντζγκάουερ στη Στυρία. Αργότερα η εκτροφή τους εξαπλώθηκε στην Άνω Αυστρία και άρχισε και η εξαγωγή του. Το Πιντζγκάουερ είναι ένα τυπικό άλογο υποζυγίου με καλό παράστημα, εξαιρετικά καλό σώμα και ώμους ικανοποιητικούς για τις δουλειές που το χρησιμοποιούν. Τα πόδια του είναι συνήθως κοντά και είναι ιδανικό για να τραβάει βαριά φορτία σε μικρό ύψος πάνω από το έδαφος. Όπως συμβαίνει με όλες τις ράτσες των βαριών ή ψυχρόαιμων αλόγων, αυτό που λείπει από αυτά τα τυπικά Αυστριακά άλογα είναι η ενεργητικότητα και η εξυπνάδα, αλλά κερδίζουν σε υπακοή και ελκτική δύναμη. Αν μάλιστα σκεφτούμε τη δύναμή τους -και αυτό ισχύει για όλα τα βαριά άλογα- εκείνοι που τα χειρίζονται θα πρέπει να είναι ευγνώμονες για τον καλόβολο χαρακτήρα τους.

αυστιακό άλογο

Shetland

Το Shetland πόνι είναι γνστό σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο ως ένα από τα πιο μικρόσωμα πόνι και τα πιο δυνατά επίσης ζώα, αν λάβουμε υπόψιν το μέγεθός τους. Λέγεται ότι το φαλαμπέλα που προέρχεται από Shetland είναι το πιο μικρόσωμο πόνι στον κόσμο. Η προέλευση του πόνι αυτού είναι άγνωστη, αλλά αναφορές για την ύπαρξή του στα νησιά Shetland που βρίσκονται βόρεια της Σκοτίας, χρονολογούνται από πολλούς αιώνες. Το μικρό του μέγεθος θεωρείται ότι οφείλεται στις άγριες κλιματικές συνθήκες των περιοχών όπου ζει, πράγμα που δεν είναι απόλυτα αληθινό, μια και ολόκληρες γενιές του είδους μεταφέρθηκαν και εκτράφηκαν στο νότο της Αγγλίας και σε άλλες περιοχές και δεν έγινε καμιά μεταβολή στο μέγεθος. Στα νησιά είναι βέβαιο ότι το πόνι έχει να αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες, ιδιαίτερα στο τέλος ενός σκληρού χειμώνα και στις αρχές της άνοιξης, πριν εμφανιστεί η χλόη και πολύ συχνά πρέπει να τρέφεται αποκλειστικά και μόνο με φύκια. Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα δεν είχε γίνει καμιά προσπάθεια για κάποια επιλεκτική εκτροφή και μόλις λίγα χρόνια πριν από αυτό, το πόνι είχε αρχίσει να χρησιμοποιείται στα ανθρακορυχεία. Η γενική του χρήση στα νησιά ήταν, παρόλο το μικρό του μέγεθος, σαν πόνι σέλας και σαν ζώο για φόρτωμα, όπου μετέφερε συνήθως φύκια για λίπασμα του εδάφους. Η μεγαλύτερη ζήτηση που δημιούργησαν τα ορυχεία προκάλεσε την άνθιση της εκτροφής του και καθώς οι αγοραστές έπαιρναν τα καλύτερα, εκείνα που απέμεναν για αναπαραγωγή άρχισαν να χάνουν σε ποιότητα. Η κατάσταση αυτή σταμάτησε όταν ο μαρκήσιος του Λοντοντέρι ίδρυσε ένα στάβλο, το 1870, στα νησιά Μπρεσέι και Νος. Ο επιβήτοράς του, ο Τζακ, έγινε διάσημος ως πρόγονος της γενιάς και άσκησε μεγάλη επίδραση στη ράτσα. Τώρα που όλο και μεγαλύτερος αριθμός ορυχείων έχει εξηλεκτριστεί, η ζήτηση των πόνι έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια και γίνεται πλέον φανερό ότι η αγορά των πόνι για παιδιά είναι πια πολύ μεγαλύτερη λόγω του υπάκοου χαρακτήρα του. Εκτός από το χαρακτήρα διαθέτει και μια γραφική ομορφιά που δεν βρίσκεται σε πολλές άλλες ράτσες. Γενικά, έχει αξιαγάπητο χαρακτήρα και αξίζει τη δημοτικότητά του. Το μαύρο είναι το κύριο χρώμα του, αλλά μπορεί και να είναι ρούσο, καφέ, καστανό, γκρι κ.λπ. Το τρίχωμα αλλάζει ανάλογα την εποχή. Το κεφάλι είναι καλοσχηματισμένο και ευαίσθητο στην όψη, με αφτιά στη σωστή θέση, με πλατύ μέτωπο και σχετικά ευθύ πρόσωπο, δυνατό στόμα και ευχάριστη ματιά. Ο λαιμός πρέπει να υψώνεται από καλοσχηματισμένους πλαγιαστούς ώμους, δυαντός και μυώδης, με όμορφο τόξο, ειδικότερα στα αρσσενικά. Το μήκος του λαιμού είναι ανάλογο με το μέγεθος του πόνι. Το κορμί είναι γερό, με βαθιά πλευρά, κοντή ράχη, φαρδύ στήθος και καπούλια, όμορφους καμπυλωτούς ώμους, καλοφταγμένη ουρά και πλούσια χαίτη και ουρά με ίσιο και μακρύ τρίχωμα. Οι λαγόνες είναι μυώδεις και δυανατές. Τα μπροστινά πόδια βρίσκονται κάτω από τους ώμους και το στήθος, με μυώδη μηρό, δυνατά γόνατα και καλά επίπεδα οστά. Τα μεσοκύνια είναι ελαστικά και όμορφα (ούτε πολύ μακριά ούτε πολύ κοντά). Στα πίσω πόδια οι μηροί είναι δυνατοί και μυώδεις και οι ταρσοί αναπτυγμένοι. Οι οπλές είναι σκληρές και στρογγυλές. Η κίνηση είναι ευθύγραμμη και γεμάτη, με λυγισμένα γόνατα και απομακρυσμένους ταρσούς.

shetland

Βερβερίνικο άλογο

Ηράτσα αυτή προέρχεται από το Μαρόκο και την Αλγερία και στην αρχική της μορφή το ύψος της ξεπερνούσε τα 1,40-1,50 μ. Χαρακτηρίζεται από τους επίπεδους ώμους, το στρογγυλεμένο στήθος, το σχετικά μακρύ κεφάλι και, συγκριτικά με τα Αραβικά, τη χαμηλότερα τοποθετημένη ουρά με πολύ πυκνό τρίχωμα. Τα πιο συνηθισμένα χρώματα του αλόγου είναι το σκούρο ρούσο, το καφέ, το καστανό, το μαύρο και το γκρι. Το περίγραμμα του κεφαλιού έχει την ίδια κυματοειδή μορφή με τα Αραβικά. Αρχικά, τα Βερβερίνικα διασταυρώθηκαν σε μεγάλη έκταση με τα Αραβικά της Συρίας ενώ αργότερα στην Αλγερία αναμείχθηκαν με τα ευρωπαϊκά άλογα τόσο που ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βρει κανείς καθαρόαιμα άλογα αυτής της ράτσας. Τα Βερβερίνικα θα ευδοκιμήσουν... σαν φτωχοί συγγενείς των Αραβικών, αν και είναι το ίδιο σκληροτράχηλα στη διάπλαση και υπάκουα στο χαρακτήρα, αν και κάπως λιγότερο εύστροφα. Μπορούμε να ξεχωρίσουμε αρκετές ομάδες των Βερβερίνικων αλόγων. Η πρώτη ομάδα εκτράφηκε από τους Μοργκαμπίν, στη δυτική πλευρά των πεδιάδων, στο νότιο μέρος των βουνών του Άτλαντα. Αυτό το άλογο είχε γκρι ή καφέ χρώμα, ήταν μικρόσωμο και αδύνατο. Πιο αξιοσημείωτη είναι η ομάδα Μπορνού από την περιοχή νότια της λίμνης Τσαντ, που έχει γκριζόλευκο χρώμα στο σώμα, με μαύρα πόδια. Η ουρά είναι μάλλον χαμηλά τοποθετημένη, τα πόδια και τα πέλματα είναι πολύ καλοφτιαγμένα και το σώμα σχετικά κοντό. Μια τρίτη ιμάδα υπάρχει στην περιοχή Ντονγκόλα της Νουβίας και μοιάζει με τα Μπορνού. Σε άλλες περιοχές υπάρχουν κι άλλα πιο μικρόσωμα άλογα. Στην Αγγλία από πολλά χρόνια δεν υπάρχει πια η ράτσα, παρόλο που κατά καιρούς μπορεί να βρεθούν κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις Βερβερίνικων αλόγων. Η κατάσταση αυτή είναι αρκετά δυσάρεστη, γιατί η ράτσα αυτή έχει πολλά καλά στοιχεία και η φήμη της για αντοχή είναι αξεπέραστη. Η απουσία της γίνεται ακόμα πιο έντονη από το γεγονός ότι είναι κυρίως άλογο ιππασίας και ακόμα είναι το άλογο ιππασίας που θα επιβιώσει σε μεγάλο ποσοστό. Ο λόγος της έλλειψης δημοτικότητάς του σ' αυτή χώρα είναι ίσως το ότι δεν μπορεί να ξπεράσει την άλλη ανατολική ράτσα, τα Αραβικά. Αυτό ο λόγος όμως δεν αποτελεί δικαιολογία για την ουσιαστική έλλειψη της ράτσας έξω από την αρχική περιοχή του, γιατί ένα καλό Βερβερίνικο μπορεί να συναγωνιστεί με επιτυχία πολλές άλλες ράτσες ιππικών αλόγων.

βερβερίνικο άλογο

Connemara

Το όνομα Connemara έχει δοθεί στη ράτσα των πόνι που βρέθηκε στο μέρος Κονεμάρα της Ισλανδίας που βρίσκεται δυτικά του Λαφλ Κόριμπ και Μασκ. Η περιοχή αυτή, που είναι μεγαλύτερη από την περιοχή της Connemara, ήταν για αιώνες το σπίτι ενός αυτόχθονου τύπου πόνι που μέχρι το πρόσφατο παρελθόν είχε αφεθεί ελεύθερο να πολλαπλασιάζεται και να ζει μόνο του σε άγρια μορφή, κάτω από σκληρές συνθήκες. Το 1900 συστάθηκε από τον καθηγητή Τζ. Κόσορ Ιούαρτ μια επιτροπή ιπποφορβίας στην Ιρλανδία και έκανε μια αναφορά, μετά από προσεκτική μελέτη, για τις συνθήκες και τις δυνατότητες του πόνι Connemara. Το 1928 συστάθηκε η παρούσα επιτροπή εκτροφής Connemara για τη διατήρηση και τη βελτίωση του Connemara πόνι. Στην πρώτη της συνεδρίαση η επιτροπή αποφάσισε να διατηρήσει τη ράτσα Connemara ανέπαφη και να κάνει αναπαραγωγή μόνο από επιλεγμένες φοράδες και επιβήτορες της ράτσας, έτσι ώστε να σχηματιστεί ένα καλά θεμελιωμένο ιπποτροφείο. Η αρχική διασταύρωση Connemara φοράδων με επιβήτορες άλλων ρατσών εγκαταλείφθηκε. Έτσι τα αποτελέσματα της παραπάνω διαδικασίας φαίνονται στα αναγνωρισμένα χαρακτηριστικά, την καλύτερη ποιότητα φοράδων, λόγω της όλο και μεγαλύτερης προσοχής που δείχνουν τώρα και οι τοπικοί εκτροφείς και στη μείωση των μη εγγεγραμμένων αλόγων, ενώ η αντοχή της ράτσας για την οποία και είναι φημισμένη, έχει μείνει ανέγγιχτη. Όπως και με όλους τους εκπροσώπους των διαφόρων πρωτόγονων ρατσών πόνι στην Ευρώπη, η αρχή της Connemara χάνεται στα βάθη της ιστορίας. Έχει ειπωθεί, αρκετά εσφαλμένα, ότι τα Connemara χρωστούν την καταγωγή τους στα άλογα που σώθηκαν από το ναυάγιο της ισπανικής αρμάδας το 1588. Στην πραγματικότητα τα πόνι ήταν γνωστά στην Ιρλανδία πολύ πριν από αυτό. Έχει λεχθεί ότι με τα Χάιλαντ, τα Σέτλαντ, τα Άισλαντ και τα Νορβέτζιαν πόνι, σχηματίζει έναν Κέλτικο τύπο πόνι, με κάποια ανατολική φλέβα. Η ράτσα με τα αρχικά της χαρακτηριστικά δείχνει σίγουρα μια επιμιξία ισπανικού και αραβικού αίματος και μάλιστα το δεύτερο μπορεί και να το είχε δεχτεί την εποχή που έμποροι του Γκάλγουεκ συναλλάσσονταν με την Ισπανία. Όπως κι αν έχει το πράγμα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Connemara πόνι ανήκει στου παλιότερους κατοίκους της Ιρλανδίας και των βρετανικών Νήσων και αποτελεί ένα δεσμό με το πολύ μακρινό παρελθόν. Τα χαρακτηριστικά του Connemara πόνι, όπως ορίζονται από το βιβλίο της ράτσας, είναι σκληράδα στη διάπλαση, αμείωτη δύναμη, σθένος και εξυπνάδα. Το ύψος του είναι 1,30 – 1,40 μ., το χρώμα του είναι γκρι, μαύρο, ρούσο, καφέ, σταχτί και μερικά είναι καστανά ή με βούλες. Έχει συμπαγές σώμα, στέκεται πάνω σε κοντά ανοιχτά πόδια. Έχει ώμους ιππασίας, δηλαδή με καλή κλίση χωρίς να είναι βαρείς και παχείς, καλοζυγισμένο κεφάλι και λαιμό και μια ελεύθερη, εύκολη κίνηση. Η κνήμη του είναι καθαρή, γερή και επίπεδη με μήκος 17,7 – 20,3 εκ. κάτω από το γόνατο. Το κυρίαρχο χρώμα είναι το γκρι, που έχουν περισσότερα από τα μισά εγγεγραμμένα ζώα. Τα μαύρα είναι λίγο περισσότερα από τα καφέ και τα ρούσα. Τα σταχτί, που αρχικά ήταν το χαρακτηριστικό χρώμα των Connemara, σήμερα είναι πολύ απάνια. Όπως είπαμε, η ράτσα των Connemara πόνι είναι πολύ παλιά και υπάρχει αμφιβολία ότι το πόνι που βρίσκεται στην Connemara είναι το ίδιο σκληρό και νευρώδες. Αναπτύσσεται καλύτερα για να αφεθεί ελεύθερο να ζήσει και να πολλαπλασιαστεί παρά για να δέχεται περιποίηση σε στάβλους.

connerama

Criollo

Το Criollo είναι το ιθαγενές πόνι της νότιας Αμερικής που προέρχεται από τις αρχικές Αραβικές και Βερβερίνικες ράτσες που έφτασαν στη νότια Αμερική, μέσω της Ισπανίας την εποχή της κατάκτησης. Αφού πέρασαν μέσα από σκληρή φυσική επιλογή για μια περίοδο τριακοσίων περίπου χρόνων μέσα στην άγρια φύση, απόκτησαν τα κύρια χαρακτηριστικά τους που είναι η μεγάλη αντοχή και σκληράδα. Την εποχή της κατάκτησης, το ιππικό της Ισπανίας είχε τη φήμη ότι ήταν το καλύτερο της Ευρώπης. Στη δημιουργία του Criollo, το ανατολίτικο αίμα που ήρθε με τους Μαυριτανούς στην Ισπανία ήταν πιο ισχυρό από εκείνο των αλόγων που προϋπήρχαν στην Ιβηρική Χερσόνησο, λόγω της μεγαλύτερης καθαρότητάς του που διήρκησε οχτώ αιώνες, όσο και η κατοχή από τους Μωαμεθανούς, και κατά συνέπεια μπορούμε να υποθέσουμε ότι έπαιξε μεγάλο ρόλο στην κατάκτηση του Νέου Κόσμου. Στη νότια Αμερική, όπου οδηγήθηκε μέσα σε άγριο περιβάλλον μετά από την καταστροφή του Μπουένος Άιρες από τους Ινδιάνους, βελτιώθηκε η φυσική του κατάσταση λόγω της άγριας μάχης που έδινε για την επιβίωση. Τα αδύναμα και χωρίς σθένος ζώα χάθηκαν, ενώ οι επιζήσαντες έγιναν οι πρόγονοι της ράτσας Criollo. Οι αντιξοότητες, όπως οι πυρκαγιές, οι μεγάλες αλλαγές της θερμοκρασίας, οι καταιγίδες άμμου, οι παγετοί και οι πλημμύρες. Αναμφίβολα αποτελεί πλεονέκτημα για τα άλογα που πήραν το βοηθητικό και χαρακτηριστικό σταχτί χρώμα που μοιάζει με το χρώμα των ερημικών εκτάσεων ή το αργιλώδες έδαφος της περιοχής. Εν ολίγοις, το Criollo υιοθέτησε ένα προστατευτικό χρώμα, όπως έκαναν και τόσα άλλα ζώα και φυτά στη φύση. Δεν είναι παράξενο που η ράτσα επιδεικνύει εκείνα τα χαρακτηριστικά που χρειάζονται σε ένα πραγματικό άλογο εργασίας. Το Criollo έχει διακριθεί σε πολλά επίσημα και μη τεστ αντοχής. Εδώ ίσως θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα δύο φημισμένα άλογα Μάντσα και Γκάτο ήταν Criollo και στην ηλικία των 15 και 16 χρόνων αντίστοιχα πήραν μέρος στους ιππικούς αγώνες αντοχής που διοργάνωσε ο δρ Τσίφλι, από το Μπουένος Άιρες, στη Νέα Υόρκη, ξεπερνώντας τεράστιες δυσκολίες και καλύπτοντας μια απόσταση 21,485 χλμ. με μέση ημερήσια διαδρομή 42,5 χλμ. και πετυχαίνοντας ρεκόρ υψομέτρου 5,857 μέτρα. Σ' αυτό το ταξίδι διένυσαν 150 χλμ. μέσα στην έρημο του Ισημερινού, χωρίς νερό, με θερμοκρασία 48,9 βαθμούς Κελσίου. Τα χρώματα του Criollo είναι σταχτί, ρούσο, καφέ, με πολλά χρώματα ή με ασπρόμαυρες βούλες. Το μέγεθός του είναι μέτριο. Έχει βάρος περίπου 426 κιλά, ύψος 1.33 - 1,43 μ., με κεφάλι φαρδύ στη βάση και στενό στην κορυφή, φαρδύ μέτωπο με στενό πρόσωπο. Ο λαιμός του είναι μετρίου μεγέθους, τα ακρώμιά του είνια μυώδη και ξεχωρίζουν, οι ώμοι ημίκυρτοι, τα πλευρά είναι μεγάλα και λεπταίνουν κάτω από το σώμα. Η ράχη τους είναι κοντή και με βάθος, τα μπροστινά πόδια φαρδιά και μυώδη και το κόκαλο της κνήμης είναι κοντό με τένοντες που ξεχωρίζουν. Αν σκεφτούμε τη δουλειά που έκανε και εξακολουθεί να κάνει αυτό το άλογο στη νότια Αμερική, είναι εκπληκτικό το σώμα που έχει πάνω στα τέσσερα εξαιρετικά πόδια του. Στη Βραζιλία το Criollo είναι λίγο πιο κοντό, κατά 5 εκατοστά περίπου, από το Criollo της Αργεντινής.

criollo

το άλογο της Ισλανδίας

Το ισλανδικό άλογο αποτελεί μια ιδιαίτερη ράτσα η οποία αναπτύχθηκε στην ομώνυμη χώρα. Έχει σχετικά μικρό μέγεθος και θα μπορούσε κάλλιστα να αποκαλείται πόνι, ωστόσο οι περισσότερες επίσημες καταχωρήσεις το αναφέρουν ως άλογο. Τα Ισλανδικά άλογα αναπτύσσονται αργά, ζουν πολλά χρόνια και είναι σκληραγωγημένα. Σημαντική επίσης ιδιαιτερότητα αποτελεί το γεγονός ότι στην Ισλανδία υπάρχουν πολύ λίγες ασθένειες αλόγων. Η σπάνια αυτή ιδιότητα προστατεύεται και με επίσημο κρατικό νόμο, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται η εισαγωγή αλόγων στη χώρα και όσα πάλι εξάγονται απαγορεύεται να επανέλθουν. Αυτό όμως που έχει κάνει την ισλανδική ράτσα να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες είναι ο βηματισμός των αλόγων της. Τα Ισλανδικά άλογα έχουν τη δυνατότητα να εκτελούν δύο επιπλέον βήματα σε σύγκριση με τα υπόλοιπα άλογα που εκτελούν τα κλασικά τρία: βάδην, τροτ, κάντερ/γκάλοπ. Όλα τα άλογα της Ισλανδίας είναι καθαρόαιμα, ανήκουν στην μία και μοναδική ράτσα της Ισλανδίας, που όμως έχει φτάσει να είναι δημοφιλής παγκοσμίως, αριθμώντας αξιόλογους πληθυσμούς στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Όσον αφορά στη χρήση, η ράτσα είναι ιδανική τόσο για παραδοσιακές γεωργικές εργασίες όσο και για αθλητισμό και διασκέδαση. Τα Ισλανδικά άλογα προέρχονται από τα πόνι που έφεραν στην Ισλανδία Σκανδιναβοί άποικοι τον 9ο και 10ο αι. και αναφέρονται τόσο στη λογοτεχνία όσο και στην ιστορία της χώρας. Η νορβηγική μυθολογία τιμά τα άλογα και έχει συγκροτήσει μια νοοτροπία η οποία πέρασε και στην Ισλανδία με τους πρώτους άποικους. Η επιλεκτική αναπαραγωγή στη διάρκεια των αιώνων έφερε τη ράτσα στη σημερινή της μορφή, από κοινού με τη φυσική επιλογή που έπαιξε και αυτή σημαντικό ρόλο, καθώς το τραχύ ισλανδικό κλίμα εξαφάνισε όλα εκείνα τα άλογα που δεν άντεξαν στο κρύο και στην πείνα. Το 1780 αποτελεί χρονιά σταθμό για τους πληθυσμούς των αλόγων της Ισλανδίας, καθώς ένα μεγάλο μέρος τους εξαφανίστηκε λόγω έκρηξης ηφαιστείου. Η πρώτη οργάνωση για τη διαφύλαξη της ράτσας των Ισλανδικών αλόγων δημιουργήθηκε στην Ισλανδία το 1904. Σήμερα υπάρχουν ανάλογες οργανώσεις σε 19 διαφορετικές χώρες, οι οποίες λειτουργούν υπό την αιγίδα της Διεθνούς Ομοσπονδίας Οργανώσεων Ισλανδικού Αλόγου. Χαρακτηριστικά της ράτσας Τα Ισλανδικά άλογα ζυγίζουν γύρω στα 330-380 κιλά και έχουν ύψος 132-142 εκ. Παρά το μικρό τους μέγεθος, επισήμως θεωρούνται άλογα και όχι πόνυ. Υπάρχουν αρκετές θεωρίες γι’ αυτό, μεταξύ των οποίων οι δημοφιλέστερες είναι η έλλειψη ισλανδικής λέξης για το πόνι, το βάρος, η σκελετική κατασκευή και η ικανότητά τους να μεταφέρουν φορτία, και το έντονο ταπεραμέντο και η γενναιόκαρδη προσωπικότητά τους. Τα χρώματα που απαντώνται στη ράτσα είναι ποικίλα: καστανό, γκριζόμαυρο, κόκκινο, μαύρο, γκρι, παλομίνο, πίντο και γκριζοκόκκινο. Στην ισλανδική γλώσσα, υπάρχουν πάνω από 100 ονόματα για τα διάφορα χρώματα και σχέδια! Τα Ισλανδικά άλογα έχουν κεφάλι με καλές αναλογίες, ίσιο προφίλ και πλατύ μέτωπο. Ο λαιμός τους είναι κοντός, μυώδης και ελαφρά κυρτός. Τα πόδια τους δυνατά και κοντά. Η χαίτη και η ουρά είναι πυκνές με χοντρό τρίχωμα, ενώ η ουρά βρίσκεται χαμηλά. Η ράτσα είναι σκληραγωγημένη και εύκολη στη συντήρηση. Το τρίχωμά τους είναι διπλό για επιπλέον προστασία ενάντια στις χαμηλές θερμοκρασίες. Τα χαρακτηριστικά ποικίλλουν μεταξύ των διαφόρων ομάδων των Ισλανδικών αλόγων, ανάλογα με το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των εκτροφέων. Ορισμένοι εστιάζουν στο να παράγουν ζώα για φόρτωμα και σκληρές εργασίες, τα οποία σωματικά διαφέρουν εμφανώς από αυτά που αναπαράγονται για ιππασία και τα οποία επιλέγονται με μεγάλη προσοχή για την ικανότητά τους στην εκτέλεση των φημισμένων παραδοσιακών ισλανδικών βηματισμών. Άλλα εκτρέφονται αποκλειστικά για το κρέας τους, ενώ υπάρχουν και οι εκτροφείς που ενδιαφέρονται μόνο για το χρώμα του τριχώματος. Η ράτσα ωριμάζει αργά. Τα άλογα συνήθως δεν ιππεύονται μέχρι να γίνουν 4 ετών και η σωματική τους ανάπτυξη ολοκληρώνεται όταν φτάσουν τα 7 έτη. Τα πιο παραγωγικά χρόνια τους είναι από τα 8 έως τα 18. Ωστόσο, διατηρούν τη δύναμη και την αντοχή τους μέχρι και τα 20. Εντυπωσιακές είναι υπάρχουσες καταγραφές σχετικά με την ηλικία των Ισλανδικών αλόγων. Μια ισλανδική φοράδα που ζούσε στη Δανία έφτασε στην ηλικία ρεκόρ των 56 ετών, ενώ ένα άλλο άλογο στη Μ. Βρετανία έφτασε τα 42! Τα Ισλανδικά άλογα είναι πολύ γόνιμα. Τόσο τα αρσενικά όσο και τα θηλυκά είναι κατάλληλα για αναπαραγωγή μέχρι και την ηλικία των 25. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου φοράδες έφεραν στον κόσμο πουλαράκια ακόμα και όταν ήταν στα 27 τους! Τα Ισλανδικά άλογα είναι πιο άφοβα συγκριτικά με τις υπόλοιπες ράτσες. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός ότι στο φυσικό τους περιβάλλον δεν υπάρχουν αρπακτικά. Είναι φιλικά, υπάκουα και εύκολα στο χειρισμό, παρόλο που είναι ενθουσιώδη και γεμάτα αυτοπεποίθηση. Εξαιτίας της απομόνωσής τους από άλλες ράτσες αλόγων, υποφέρουν από ελάχιστες μόνον αρρώστιες, οι οποίες οφείλονται αποκλειστικά σε συγκεκριμένα εσωτερικά παράσιτα. Η διατήρηση του χαμηλού αριθμού ασθενειών συνεπικουρείται και από την κρατική νομοθεσία, η οποία απαγορεύει την επανεισαγωγή αλόγων που εξέρχονται από τη χώρα. Επιπλέον η ίδια νομοθεσία απαιτεί όλα τα είδη ιππικής που εισάγονται να είναι καινούρια και αχρησιμοποίητα ή άριστα απολυμασμένα. Το μειονέκτημα σε αυτή τη συνθήκη είναι ότι τα Ισλανδικά άλογα δεν έχουν αποκτήσει ανοσία σε ασθένειες, γεγονός πολύ επικίνδυνο για ολόκληρη τη ράτσα. Το διαφορετικό βάδισμα Τα Ισλανδικά άλογα είναι γνωστά ως «η ράτσα με τα πέντε βήματα». Φημίζονται επίσης για το σίγουρο βάδισμά τους και την ικανότητά τους να διασχίζουν ανώμαλο έδαφος. Εκτός από τα κλασικά βήματα, η ράτσα μπορεί να επιτελέσει και δύο επιπλέον είδη βηματισμού. Οι ισλανδικές ομοσπονδίες αναπαραγωγής θεωρούν το κάντερ (ελαφρύ καλπασμό) και το γκάλοπ (καλπασμό) ως ένα βηματισμό σε αντίθεση με τους περισσότερους ειδικούς στα άλογα που θεωρούν αυτά τα δύο ως ξεχωριστά βήματα, βασιζόμενοι στη μικρή παραλλαγή που υπάρχει στο ρυθμό του βηματισμού. Το πρώτο επιπλέον βήμα που κάνουν τα ισλανδικά ονομάζεται tolt και είναι ένα πλευρικό αργό βάδισμα σε 4 χρόνους. Είναι γνωστό για την εκρηκτική του επιτάχυνση και ταχύτητα. Είναι επίσης ένα άνετο βήμα που δίνει τη δυνατότητα για κάλυψη μεγάλων αποστάσεων. Υπάρχουν σημαντικές παραλλαγές στιλ στο πλαίσιο του συγκεκριμένου βηματισμού και γι' αυτό το tolt συγκρίνεται ποικιλοτρόπως με παρόμοια πλευρικά βήματα. Όπως όλα τα πλευρικά αργά βήματα, ο τύπος του περπετήματος είναι ίδιος με το βάδην (αριστερό πίσω, αριστερό μπροστινό, δεξί πίσω, δεξί μπροστινό), όμως διαφέρει στο ότι μπορεί να γίνει εντός μια γκάμας διαφορετικών ταχυτήτων, από ένα τυπικό γρήγορο βάδην ως ένα κανονικό κάντερ. Υπάρχουν Ισλανδικά άλογα που προτιμούν το τολτ και άλλα που προτιμούν το τροτ. Τα όποια αδύναμα βήματα μπορούν να βελτιωθούν με τη σωστή και επικεντρωμένη εκπαίδευση. Ωστόσο το τολτ είναι ένας φυσικός βηματισμός τον οποίο χρησιμοποιούν τα Ισλανδικά άλογα από τη γέννησή τους. Υπάρχουν και δύο είδη τολτ που θεωρούνται λανθασμένα από τους εκτροφείς. Το πρώτο είναι ένα ανομοιόμορφο βάδισμα που ακούει στο όνομα «βάδισμα του Γουρουνιού» (Pig’s Pace), και το οποίο μοιάζει περισσότερο με βήμα δύο χρόνων παρά σε αργό βάδισμα τεσσάρων. Το δεύτερο ονομάζεται Valhopp και είναι ένας συνδυασμός τολτ και κάντερ, που συχνά απαντάται στα ανεκπαίδευτα νεαρά άλογα ή σε εκείνα που απλώς μπερδεύουν τα βήματά τους. Και τα δύο αυτά είδη είναι άβολα κατά την ίππευση. Το δεύτερο ιδιαίτερο βήμα που μπορεί να πραγματοποιήσει η ράτσα είναι το γνωστό ως «ιπτάμενο βήμα» (flying pace). Χρησιμοποιείται στους αγώνες, είναι γρήγορο και απαλό και υπάρχουν άλογα που φτάνουν με αυτόν το βηματισμό τα 48 χλμ. την ώρα. Το «ιπτάμενο βήμα» είναι ένας πλευρικός βηματισμός, δύο χρόνων, με μια ενδιάμεση στιγμή αιώρησης. Τα πόδια και στις δύο πλευρές προσγειώνονται σχεδόν ταυτόχρονα (αριστερό πίσω και αριστερό μπροστινό, αιώρηση, δεξί πίσω και δεξί μπροστινό). Γι' αυτό το βήμα απαιτούνται καλά εκπαιδευμένα και ισορροπημένα άλογα, καθώς και ικανότατοι ιππείς. Δεν είναι κατάλληλο για την κάλυψη μακρινών αποστάσεων. Το συγκεκριμένο βήμα δεν μπορούν να το εφαρμόσουν όλα τα Ισλανδικά άλογα. Ωστόσο εκείνα που μπορούν να κάνουν και το τολτ και το «ιπτάμενο βήμα» θεωρούνται τα καλύτερα της ράτσας.

το άλογο της Ισλανδίας

Percheron

Ηράτσα Percheron, που προέρχεται από την περιοχή Perche της Νορμανδίας, ήταν μία από τις πιο κομψές ράτσες αλόγων. Στις αρχικές σειρές αίματός της υπερισχύει το αραβικό αίμα και γι’ αυτό έχει μία ιδιαίτερα αριστοκρατική και ελεύθερη κίνηση. Ένας ειδικός επί των αλόγων του 19ου αιώνα είχε πει τότε ότι «η ράτσα αυτή είχε επηρεαστεί από το αραβικό άλογο, λόγω κλίματος, και ότι είχε χρησιμοποιηθεί για την αγροτική δουλειά επί αιώνες». Η αραβική επιρροή Οι… φαν της ράτσας αυτής υποστηρίζουν ότι οι πρόγονοι του Percheron κουβαλούσαν στην πλάτη τους τους φραγκικούς ιππότες του Καρόλου Martel, στη μάχη του Poitiers, το 732 π.Χ, όταν νίκησαν τους εισβολείς Μαυριτανούς. Οι Μαυριτανοί βάρβαροι και Άραβες, με τις τέλειες και εκλεπτυσμένες ποιότητές τους, έγιναν πιο γρήγορα διαθέσιμοι στους Γάλλους εκτροφείς. Αυτή η επιρροή συνεχίστηκε ακόμη και όταν ο Ροβέρτος, Δούκας του Rotrou, εισήγαγε ανατολίτικα άλογα από την Πρώτη Σταυροφορία, το 1096-99. Μέχρι το 1760, η βασιλική φάρμα εκτροφής, στο Le Pin, δημιουργούσε Άραβες γεννήτορες, που προορίζονταν για τους εκτροφείς της ράτσας Percheron. Δύο αξιοσημείωτες διασταυρώσεις γέννησαν τον Godolphin και τον Gallipoly. Ο τελευταίος γέννησε το 1830 στην περιοχή Mauvres - sur – Husine τον πιο διάσημο επιβήτορα της ράτσας Percheron, το Jean le Blanc. Χρησιμότητα και δημοτικότητα Με το πέρασμα των χρόνων, το άλογο Percheron χρησιμοποιήθηκε κυρίως στον πόλεμο. Ήταν άλογο με το οποίο μάθαιναν όλοι ιππασία, άλογο για αγροτική δουλειά, αλλά και άλογο ιππασίας. Οι εκτροφείς της ράτσας Percheron, πάντα προσηλωμένοι στις ανάγκες του μάρκετινγκ και της εμπορευματοποίησης, άλλαξαν πολλές φορές τα χαρακτηριστικά του προϊόντος τους, για να ταιριάζει με τις ανάγκες των εποχών. Για παράδειγμα, κατά το τέλος του 19ου αιώνα σταμάτησαν να παρουσιάζουν το άλογο Percheron ως… «καθηγητή ιππασίας». Αυτό το άλογο, που είχε ύψος περίπου 1,57μ, είχε αντικατασταθεί από άλλες διασταυρώσεις ρατσών, όπως ήταν το γρήγορο Cleveland και το άλογο Yorkshire. Το Percheron έγινε τότε ένα βαρύ άλογο έλξης. Το γεγονός ότι οι εκτροφείς μπορούσαν να κάνουν μια τόσο μεγάλη αλλαγή οφείλεται στην ικανότητα και διορατικότητά τους, αλλά και στην παρουσία του αραβικού αίματος, που βοήθησε στη διαμόρφωση πολλών διαφορετικών τοπικών τύπων αλόγων. Αυτό έγινε εφικτό με συνετή διασταύρωση των διαφόρων ρατσών, αλλά και εξαιτίας αυτού του υπέροχου αίματος, που δημιούργησε ποικιλία και παραλλαγές σε μικρά χρονικά διαστήματα. Εκτροφή Η καλύτερη περίοδος για τους εκτροφείς της ράτσας Percheron ήταν ανάμεσα στο 1880 και το 1920, όταν τα άλογα Percheron εισάγονταν στην Βόρεια και Νότια Αμερική και τη Νότια Αφρική. Η Αμερική έγινε η επίσημη χώρα εισαγωγής των αλόγων αυτών. Υπολογίζεται ότι στη δεκαετία του 1880 εισήχθησαν στην Αμερική περίπου 5.500 επιβήτορες και 2.500 φοράδες. Μέχρι το 1910 οι εγγραφές ανέβηκαν στον εκπληκτικό αριθμό των 31.900! Το άλογο Percheron, που έχει φυσικά ανατολικό παρελθόν, έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες βαριές ράτσες. Μπορεί να προσαρμόζεται σε διαφορετικά κλίματα πιο εύκολα από άλλα και έχει ένα εκπληκτικό βιβλίο βασικών προδιαγραφών για διασταυρώσεις. Στα παγωμένα νησιά Falkland, τα άλογα ράτσας Percheron διασταυρώνονται με άλογα Criollo, και παράγουν μια… «σκληρή» σειρά αλόγου, ενώ στην Αυστραλία, όπου υπάρχει εντελώς αντίθετο κλίμα, διασταυρώνονται για να δημιουργήσουν ράτσα αθλητικών αλόγων. Τα χαρακτηριστικά του Percheron Μια καθαρόαιμη φοράδα Percheron διατηρεί ακόμη το ανεπίσημο ρεκόρ μεγαλύτερης έλξης. Έχει τραβήξει πάνω από 1.545 κιλά. Επίσης το ψηλότερο άλογο στον κόσμο ήταν ο αμερικανικής καταγωγής ράτσας Percheron, Dr le Gear, που είχε ύψος 2,13μ. Κατά τ’ άλλα, το σώμα του αλόγου Percheron είναι αρκετά μεγάλο και με πλατύ στήθος. Τα πιο συνηθισμένα χρώματά του είναι το πιτσιλωτό γκρι ή μαύρο, ενώ είναι αποδεκτά ακόμη και το καφέ, το ανοιχτό καφέ και το ανοιχτό κίτρινο. Τα πόδια του είναι κοντά, αλλά δυνατά, ενώ το μέσο ύψος του φτάνει το 1,68μ.

percheron

Άλογα Πρεβάλσκι

20.000 χρόνια πριν, αγέλες άγριων άλογων περιπλανιόνταν σε όλη την Ευρώπη και την Ασία. Έρευνες που έχουν γίνει από ειδικούς μελετητές-αναλυτές αποδεικνύουν πως οι αρχαίοι πρόγονοί μας τα κυνηγούσαν εντατικά, τόσο για το κρέας όσο και για το τρίχωμά τους. Τα τελευταία 100 χρόνια δεν είναι λίγες οι τοιχογραφίες που ανακαλύφθηκαν –ιδιαίτερα σε Γαλλία και Ισπανία– στις οποίες οι απεικονίσεις των αλόγων υπερβαίνουν εκείνες οποιουδήποτε άλλου είδους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι άνθρωποι αποτελούσαν μικρή απειλή για το περιβάλλον, αφού συγκριτικά με τις μέρες μας ο αριθμός τους ήταν απειροελάχιστος. Αυτοί, οι πρώτοι άνθρωποι, ήταν απόλυτα εξαρτημένοι από τη φύση για την επιβίωσή τους. Με την πάροδο του χρόνου, η γεωργία και η εκτροφή των ζώων της φάρμας έκαναν την εμφάνισή τους και κάποια από τα ζώα που αρχικά αποτελούσαν θηράματα, κατέληξαν να απειλούν ουσιαστικά τους πρώτους κτηματίες. Απ’ όλα τα άγρια πλάσματα, το άλογο ήταν ο μεγαλύτερος… μπελάς! Έβρισκε τρόπο να περνάει τις περιφράξεις, προκειμένου να βοσκήσει στα σπαρμένα με πολύ κόπο για την εποχή καλλιεργημένα τμήματα γης. Καθώς περνούσε ο καιρός και η γεωργία εξαπλωνόταν, ο ανθρώπινος πληθυσμός αυξήθηκε. Αυτό σήμαινε ότι τα άγρια άλογα σύντομα οδηγήθηκαν σε περιοχές ακατάλληλες για καλλιέργεια. Η αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού δεν ήταν η μόνη απειλή για τα άγρια άλογα. Μετά τον τελευταίο παγετώνα, οι στέπες, οι οποίες παρείχαν το κατάλληλο έδαφος γι’ αυτά, άνοιξαν το δρόμο για τα δάση, στα οποία, όμως, τα άγρια άλογα δεν ήταν καθόλου συνηθισμένα να ζουν. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα αυτές οι αγέλες έμειναν εκτός των συνόρων της Πολωνίας και της νότιας Ρωσίας, καθότι υπήρχε αμφιβολία για το αν επρόκειτο για ράτσα ή απλώς για άγρια άλογα χωρίς κοινά χαρακτηριστικά. Όπως και να ’χει, όσο οι επιστήμονες διαφωνούσαν και οι συζητήσεις φούντωναν, οι αγέλες αφανίζονταν. Ο Σουηδός επιστήμονας Λίνεους (1707-1778) δεν περιέλαβε το άγριο άλογο στο «sustem natural», κατά το οποίο είχε ταξινομήσει όλα τα πλάσματα. Γι’ αυτό προκάλεσε αίσθηση, όταν ο Nikolai Przewalski, που έκανε ερευνητικά ταξίδια στην Κεντρική Ασία με διαταγή του Τσάρου, ανακοίνωσε ότι υπάρχουν ακόμα άγρια άλογα στη Νοτιοδυτική Μογγολία. Από το δεύτερο ερευνητικό ταξίδι έφερε πίσω το κρανίο και το τομάρι από ένα άγριο άλογο που του είχε δώσει ένας φύλακας των συνόρων. Κατά τη διάρκεια του τρίτου ταξιδιού του, είδε με τα μάτια του δύο αγέλες με τέτοια άλογα στο όρος Νουρού, κοντά στην άκρη της ερήμου. Επειδή στο «sustem natural» το όνομα ενός νέου είδους πάντα συμπεριλαμβάνει το όνομα του εξερευνητή, αυτά τα άγρια άλογα ονομάστηκαν άλογα του Πρεβάλσκι (παρά τις πιο πρόσφατες πληροφορίες που ήρθαν στο φως, και σημειώνουν πως δυο Ευρωπαίοι εξερευνητές παρατηρούσαν τα συγκεκριμένα άλογα πριν από τον Πρεβάλσκι). Το 1881, ο Πρεβάλσκι έκανε επίσημες δηλώσεις για το άλογο που πήρε το όνομά του, περιγράφοντας την εμφάνισή του, τις συνήθειες και τα χαρακτηριστικά του. Ζούσε σε αγέλες πέντε έως δεκαπέντε ζώων, με αρχηγό έναν επιβήτορα. Ο Πρεβάλσκι παρατήρησε ότι τα άλογα ήταν εξαιρετικά απρόσιτα για τον άνθρωπο, καθώς είχαν συνεχείς τάσεις φυγής. Επίσης, είχαν εξαιρετικά ευαίσθητη ακοή, πολύ καλή όραση και πολύ ανεπτυγμένη όσφρηση. Εντύπωση του έκανε το γεγονός ότι τα άλογα αυτά κατάφερναν να επιβιώνουν χωρίς νερό για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Στο τέλος του αιώνα, τα νέα της ανακάλυψης του Πρεβάλσκι, είχαν διαδοθεί τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Μοιραία, οι μεγαλοκτηματίες έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στα ζώα αυτά. Ανάμεσά τους ο Φρέντρικ Βον Φαλζ Φέιν, ο οποίος είχε πολλά σπάνια είδη ζώων στις μεγάλες εκτάσεις του στην Ασκάνια Νόβα, στη Νότια Ρωσία. Όταν άκουσε για την ανακάλυψη των άγριων αλόγων στη Μογγολία, οργάνωσε μια αποστολή, ώστε να παγιδεύσει μερικά απ’ αυτά τα ζώα. Ωστόσο, αποδείχτηκε αδύνατο να πιάσει ενήλικα άλογα. Ήταν πάρα πολύ άγρια και γρήγορα. Η μόνη του ελπίδα ήταν να κυνηγήσει τα πουλάρια. Η πρώτη προσπάθεια τοποθετείται χρονικά στα 1897 και λέγεται πως ήταν ανεπιτυχής. Το 1898 πιάστηκαν δύο πουλάρια. Ο νέος κάτοχος προσπάθησε να τα αναθρέψει με πρόβειο γάλα, αλλά απέτυχε κι έτσι τα πουλάρια πέθαναν λίγο μετά την αιχμαλώτισή τους. Ο Φρέντρικ Βον Φαλζ Φέιν δεν το έβαλε κάτω. Προσπάθησε ν’ αποκομίσει γάλα από τις φοράδες που υπήρχαν στην περιοχή. Προσπάθησε πολύ και κατάφερε να πετύχει διακανονισμούς με τους κατοίκους, οι οποίοι συμφώνησαν να χρησιμοποιηθούν οι φοράδες τους ως «θετές μητέρες» για τα πουλάρια που κατάφερνε να πιάσει. Το 1899, επτά πουλάρια πιάστηκαν και ανατράφηκαν από τις φοράδες αυτές. Απ’ αυτά, τα τέσσερα κατάφεραν, τελικά, να φτάσουν στα κτήματά του, στην Ασκάνια Νόβα. Όλη η αποστολή αιχμαλωσίας είχε κοστίσει μέχρι στιγμής στον Βον Φαλζ Φέιν πάνω από 10.000 ρούβλια, ένα αξιοσημείωτο ποσό, αν σκεφτούμε ότι 1 ρούβλι κόστιζαν στη Μογγολία οι 500 λίβρες τσαγιού. Ένα πουλάρι πιάστηκε το 1899 και μια φοράδα πιάστηκε το 1900 και παρουσιάστηκε στον Τσάρο Νικόλαο ΙΙ. Η φοράδα πέθανε γρήγορα και ο Τσάρος έδωσε τον επιβήτορά του στον Βον Φαλζ Φέιν, ώστε ν’ αρχίσει τις επιβιβάσεις με τα άγρια θηλυκά. Το 1900 δύο ακόμη πουλάρια πιάστηκαν και οδηγήθηκαν στη Μόσχα. Ο πρώτος Δούκας του Μπέντφορντ, όπως και ο Βον Φαλζ Φέιν, ήταν μεγάλος λάτρης της φύσης. Ήταν μεταξύ άλλων διευθυντής στη ζωολογική οργάνωση του Λονδίνου και είχε πολλά σπάνια είδη πουλιών και ζώων στην ιδιοκτησία του. O Δούκας ενδιαφέρθηκε και ζήτησε μερικά άλογα Πρεβάλσκι. Έδωσε άδεια στον Καρλ Χάγκενμπεκ, γνωστό διακινητή ζώων στο Αμβούργο, να του εξασφαλίσει μερικά. Ως αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών και της πίεσης από άλλους ενδιαφερόμενους στην Ευρώπη και στην Αμερική, ακόμα 51 πουλάρια πιάστηκαν το 1901. Απ’ αυτά μόνο 28 επιβίωσαν από την ταλαιπωρία του ταξιδιού για την Ευρώπη, που διήρκεσε 7 μήνες. 12 από αυτά κατέληξαν στον Δούκα του Μπέντφορντ, 2 στο Ηalle, 2 στο Βερολίνο και 2 στην Ολλανδία. 2 πήγαν στη Νέα Υόρκη και ύστερα μεταφέρθηκαν στο Σινσινάτι, 2 πήγαν στο Λονδίνο, 2 στο Μάντσεστερ, 1 στο Παρίσι και 3 παρέμειναν στο Αμβούργο. Τα επόμενα δύο χρόνια πιάστηκαν περισσότερα πουλάρια, αλλά μόνο 14 κατάφεραν να φτάσουν στον προορισμό τους και μερικά απ’ αυτά ήταν σε άθλια κατάσταση και δεν έζησαν για πολύ μετά την άφιξή τους. Συνολικά πολύ λίγα από αυτά τα άλογα άντεξαν το σκληρό ταξίδι από τη Μογγολία στην Ευρώπη. Οδηγήθηκαν σε ζωολογικούς κήπους και σε ιδιωτικά πάρκα. Όλα τα σύγχρονα ιδιόκτητα άλογα Πρεβάλσκι προέρχονται από αυτούς τους προγόνους. Μέχρι τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο αριθμός των Πρεβάλσκι που ζούσαν ελεύθερα φαίνεται να παρέμενε σταθερός. Παρόλο που υπήρχαν αναφορές από κάποιους που έβλεπαν συχνά μικρές αγέλες, ο συνολικός πληθυσμός δεν ήταν μεγάλος, ενώ μετά τον πόλεμο ο αριθμός μειώθηκε δραματικά. Μέχρι το 1967 δεν είχαν αναφερθεί καθόλου άγρια άλογα Πρεβάλσκι στη νότια Μογγολία, παρά τις αποστολές που στάλθηκαν ειδικά για αυτόν τον λόγο. Το τελευταίο άλογο το είδαν το 1969. H εκτροφή των Πρεβάλσκι στην αιχμαλωσία δεν ήταν εύκολη. Σε πολλές περιπτώσεις τα ζώα δεν είχαν αρκετό χώρο και συχνά καθόλου χόρτο. Ακόμα ήταν ανεπαρκής η ανταλλαγή των ζώων μεταξύ των ζωολογικών κήπων. Οι επιβήτορες συχνά ζευγάρωναν με τις κόρες τους και τις εγγονές τους. Τέτοιου είδους αιμομικτικές διασταυρώσεις αύξησαν τις πιθανότητες των εκ γενετής ασθενειών και ελαττωμάτων. Οι διασταυρώσεις αυτές έχουν προκαλέσει στη ράτσα μεγάλη ζημιά, όπως ο μειωμένος μέσος όρος ζωής τους, η αύξηση του αριθμού θανάτων στα πουλάρια, καθώς και η υπογεννητικότητα στις φοράδες. Χαρακτηριστικά της ράτσας Το Πρεβάλσκι είναι ένα δυνατό άλογο, ιδανικό για βαριές δουλειές. Το ύψος του κυμαίνεται ανάμεσα στις 12 με 14 παλάμες. Το χρώμα του είναι μπεζ καφέ ή σταχτί, με μια πιο ελαφριά απόχρωση στη μουσούδα του. Έχει μία μαύρη λωρίδα στην πλάτη, που λέγεται «ρίγα του χελιού», και στα πόδια, όπως η ζέβρα. Έχει στητή χαίτη, που φτάνει ως τ’ αφτιά και δεν πέφτει ποτέ μπροστά στο μέτωπο, εκτός κι αν κοπεί. Οι τρίχες της ουράς δεν ξεκινούν να μακραίνουν από πάνω, όπως στα υπόλοιπα άλογα, αλλά από τη μέση της ουράς. Σε μια αμμοθύελλα θα γύριζε το κεφάλι του έτσι, ώστε να προστατεύσει τα μάτια και τη μύτη του από τον άγριο άνεμο και τους κόκκους της άμμου, ενώ με την ουρά θα προστάτευε τα γεννητικά του όργανα. Οι τρίχες της ουράς και της χαίτης είναι πιο σκούρες από το υπόλοιπο σώμα. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το Πρεβάλσκι είναι ο πρόγονος όλων των αλόγων. Κάποιοι άλλοι λένε ότι αυτό είναι αδύνατον, αφού το Πρεβάλσκι έχει 66 χρωματοσώματα, ενώ τα υπόλοιπα άλογα μόνο 64. Αν ζευγαρώσει με άλογο άλλης ράτσας, το πουλάρι που θα γεννηθεί θα έχει 65 χρωματοσώματα. Αυτό το πουλάρι αν ζευγαρώσει με τη σειρά του με ένα κοινό άλογο, το νέο πουλάρι θα έχει 64 χρωματοσώματα, αλλά μικρή επίδραση από το Πρεβάλσκι που χρησιμοποιήθηκε αρχικά. Είναι κοινωνικό ζώο, και ζει σε αγέλες όπως οι ζέβρες ή τα υπόλοιπα άλογα. Ωστόσο, μπορούμε να πούμε πως υπάρχουν δύο είδη αγέλης: «Η οικογενειακή» και «η αγέλη των εργένηδων». Στην πρώτη περίπτωση, αρχηγός είναι ένας επιβήτορας, ενώ την αγέλη αποτελούν φοράδες με τα μικρά τους μέχρι και ενός έτους. Η «αγέλη των εργένηδων» αποτελείται αποκλειστικά από επιβήτορες, ενώ αρχηγός είναι ο μεγαλύτερος σε ηλικία. Οι πρωταρχικές ανάγκες μιας αγέλης είναι η τροφή, το νερό και το καταφύγιο. Κάθε αγέλη «διαλέγει» μια συγκεκριμένη περιοχή-ακτίνα δράσης. Παρ’ όλα αυτά, οι ανάγκες μιας αγέλης μπορεί να την οδηγήσουν στα «χωρικά ύδατα» της άλλης, ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες. Τα άλογα αυτά, όμως, έχοντας αποκτήσει κοινά χαρακτηριστικά, ανεξάρτητα από την αγέλη της οποίας είναι μέλη, μοιράζονται μάλλον αρμονικά και χωρίς προβλήματα τους «πόρους» της ζωής τους…

άλογα πρεβάλσκι

Merens

Τα χρωμοσώματα αυτού του μικρού μαύρου αλόγου, αρχαιότατης προέλευσης, διατηρούν μέχρι σήμερα τις απαραίτητες πληροφορίες για την επιβίωση σε μεγάλα υψόμετρα και την αντοχή στο χειμωνιάτικο πάγο, στην έλλειψη τροφής και στις αρρώστιες. Τα βουνά ανάμεσα στη γαλλική Russillon και την ισπανική Καταλονία είναι εχθρικά και άγρια. Στο πέρασμα των αιώνων έπλασαν ένα ανθεκτικό μικρό άλογο, ολιγαρκές και με ατσάλινα πόδια. Ανάμεσα σε κοιλάδες και κορυφές, η φύση είναι ο αναμφισβήτητος κυρίαρχος. Εδώ και αιώνες επιζούν μόνο τα δυνατότερα άλογα. Οι άρχοντες αυτών των βράχων είναι τα άλογα Merens, που εδώ και αιώνες βόσκουν στα απρόσιτα λιβάδια αυτού του δυτικού κομματιού των Πυρηναίων. Γνωστό με πολλά ονόματα Στην περιοχή καταγωγής τους, δώδεκα μήνες το χρόνο, 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, τα Merens ζούσαν σε άγρια κατάσταση, χωρίς καταφύγια, εκτός από καταλύματα που τυχαία έβρισκαν οι αρχηγοί του κοπαδιού. Πάνω στο τρίχωμά τους δοκίμασαν τον πάγο, όπως και την καυτή ζέστη, τις χιονοθύελλες, τις βροχές και τις κατολισθήσεις του εδάφους που αλλάζουν την ορεογραφία. Αυτό το αρχαίο άλογο είναι γνωστό με διάφορα ονόματα. Στη Γαλλία το αποκαλούν Cheval Ariegois ή Cheval d’Ariege, σύμφωνα με το ομώνυμο ποτάμι από το οποίο η περιοχή έχει πάρει επίσης το όνομά της. Το επίσημο όνομα που αναφέρεται στο studbook είναι Poney Ariegois de Merens, που υπέστη σύντμηση για χάρη της ονομασίας του χωριού στον ιαματικό σταθμό του Ax les Termes, στα περίχωρα του οποίου βρίσκονται μέχρι και σήμερα οι πιο σημαντικές τοποθεσίες βοσκής. Κάποτε ήταν γνωστά και ως Trait Ariegois, άλογο έλξης του Ariege, καθώς χρησιμοποιούνταν αρχικά στις γεωργικές εργασίες και στη ρυμούλκηση. Σήμερα έχει παντού επικρατήσει ο όρος Merens. Όσο πιο μαύρο, τόσο πιο όμορφο Τα Merens είναι πάντα μαύρα, εκτός από ελάχιστα που έχουν ένα μικρό λευκό αστέρι στο μέτωπο, κάτι που αποτελεί μια παραφωνία στο όλο σύνολο. Με μια πρώτη ματιά είναι φανερές κάποιες ομοιότητες με το Frisone: το χρώμα της χαίτης, το πυκνό τρίχωμα και τα φαρδιά καπούλια. Αλλά με μια πιο προσεκτική παρατήρηση αντιλαμβάνεται κανείς ότι σε σχέση με το επιβλητικό άλογο της βόρειας Ευρώπης, αυτό είναι πολύ μικρότερο, γεροδεμένο και με βάδισμα ίσιο και άνετο. Επομένως, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει. Το Merens εκτράφηκε με προσοχή στην πορεία των χρόνων ώστε να εξελιχθεί ο σωματότυπός του. Σήμερα παραμένει ένα δυνατό και γερό άλογο, που έχει πολλές ομοιότητες με το βρετανικό πόνι Fell στην εργασία. Είναι και αυτό μαύρο αλλά μικρότερων διαστάσεων. Σε αρμονία με τη φύση Η άγρια φύση των Πυρηναίων διαμόρφωσε το Merens έτσι όπως το γνωρίζουμε σήμερα, ένα ανθεκτικό και εγκρατές βουνίσιο άλογο με σίγουρο βήμα, υπάκουο χαρακτήρα και φιλικό προς τους ανθρώπους. Τα πάτρια υψώματα προμηθεύουν επαρκή τροφή μόνο μερικούς μήνες το χρόνο. Στο υψόμετρο ο χειμώνας είναι δριμύς και μακρύς. Στο Πεδεμόντιο (Piemonte) οι Ιταλοί εκτροφείς έχουν διαμορφώσει για τα Merens το ίδιο περιβάλλον, στο οποίο τα αλογάκια προσαρμόστηκαν τέλεια. Στο παρελθόν οι συγγενικές ράτσες στην άγρια κατάσταση έπρεπε να συμβιβάζονται με ό,τι έβρισκαν μέχρι εκεί που έφταναν οι οπλές τους: ξερά χόρτα κάτω από το χιόνι και βρεγμένα βρύα στο λιώσιμο των πάγων, σκαρφαλώνοντας πάνω σε μεγάλες πλάκες πάγου σαν μαύροι αίγαγροι. Στο πέρασμα των δεκαετιών, τα Merens έμαθαν να περιμένουν με υπομονή την άνοιξη και να εκμεταλλεύονται την έκρηξη της φύσης για να ανακτήσουν γρήγορα δυνάμεις. Μέσα σε λίγες εβδομάδες είναι ικανά να μεταμορφωθούν από αδύνατα και τριχωτά άλογα σε δυνατά και ενεργητικά με μαύρο και γυαλιστερό τρίχωμα. Καλοκαίρι σε ορεινό λιβάδι Στη Γαλλία, όπως και στην Ιταλία, σήμερα τα περισσότερα Merens περνούν τις μέρες τους εξ’ ολοκλήρου σε άγρια κατάσταση σε υψόμετρο μόνο το καλοκαίρι. Για την προστασία των ζώων, οι εκτροφείς προτιμούν να διαφυλάσσουν τα ζώα τους μεταφέροντάς τα τους σκληρότερους μήνες στην κοιλάδα. Παρόλο που γίνεται αυτή η επιλογή, δεν περιορίζονται η ανθεκτικότητα και η αντοχή αυτών των αλόγων στην κακοκαιρία, αν και καταγράφηκε μια αισθητή αύξηση στο ύψος των ακρωμίων, που οφείλεται βεβαίως στις καλύτερες συνθήκες διαχείρισης και διατροφής. Αλλά αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει. Στη μακρά του ιστορία, το Merens έμαθε να προσαρμόζεται στο εχθρικό περιβάλλον, με τον ίδιο τρόπο που σε καλύτερες εποχές κατάφερε σύντομα να προσαρμοστεί σε ευκολότερες συνθήκες ζωής. Σήμερα αυτά τα άλογα ζουν ακόμα ελεύθερα, αλλά ανήκουν σε διάφορους ιδιοκτήτες, οι οποίοι στις περισσότερες περιπτώσεις είναι παρακινημένοι από παλιό πάθος και οικογενειακή παράδοση. Στα τελευταία πενήντα χρόνια, λοιπόν, μπορεί κανείς να μιλήσει για μια σημαντική ανθρώπινη επιρροή στην επιλογή των Merens d’ Oltraipe. Στη Γαλλία, όπως σήμερα στο Piemonte, από τον Μάιο μέχρι τον Οκτώβρη τα αλογάκια του Ariege βόσκουν ελεύθερα χωρίς έλεγχο και χωρίς περιφράξεις που περιορίζουν την αφθονία. Κατάλληλο για το βουνό Ένας χαρακτήρας ήρεμος και παρατηρητικός σε ιδιαίτερες περιβαλλοντικές συνθήκες είναι σωτήριος . Η κατάληψη από πανικό, πράγματι, θα σήμαινε εύκολα το θάνατο. Τα άλογα είναι ζώα συνηθισμένα να ξεφεύγουν από τα αρπαχτικά τρεπόμενα σε φυγή, αλλά ανάμεσα σε βράχια και απόκρημνα μέρη μια τρελή πορεία θα μπορούσε να αποβεί ακόμη πιο επικίνδυνη. Η ζωή στα βουνά χάρισε στο Merens την ικανότητα να διασχίζει μονοπάτια στα όρια του αδύνατου και μία καταπληκτική, έμφυτη αίσθηση της ισορροπίας. Στα Πυρηναία, όπως και στις Άλπεις, το πόνι του Ariege κινείται γρήγορο και σίγουρο στο περιβάλλον του σαν ένα κατσίκι, με επιδόσεις πάνω από το μέσο όρο ενός αλόγου. Ο σωματότυπός του - το Merens έχει ένα σκελετό σπάνιας αντοχής, ιδιαιτέρως όσον αφορά στα πόδια– του επιτρέπει να ανεβαίνει και να κατεβαίνει από τα υψόμετρα. Τα άκρα είναι σχετικά κοντά, αλλά δυνατά και ανθεκτικά, με χοντρές αρθρώσεις, καλά διαμορφωμένες και ικανές να προσφέρουν τις ιδανικές συνθήκες πρόσφυσης για ατσάλινους τένοντες. Το μυϊκό σύστημα του Merens διαπλάστηκε από την καθημερινή γυμναστική σε απόκρημνες πλαγιές. Οι οπλές διαθέτουν ένα πολύ σκληρό νύχι, ανθεκτικό στη δοκιμασία του γδαρσίματος στους βράχους. Τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά, που διαμορφώθηκαν στο πέρασμα των αιώνων από μια αντίξοη φύση αλλά και από τον άνθρωπο κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, συντέλεσαν ώστε να γίνει ένα εύστροφο και με άριστο χαρακτήρα άλογο, δυνατό και υπάκουο, εγκρατές και γενναιόδωρο, υγιές και ακούραστο, ένα απόλυτα τέλειο σύντροφο για το trekking, τόσο για σέλα όσο για υποζύγιο και για ζεύξη. Η εργασία στα ορυχεία Η μεγάλη δύναμη συνδυασμένη με την αντοχή και με τον καλό χαρακτήρα έκαναν το Merens δημοφιλές από τις αρχές της εμφάνισής του στα Πυρηναία. Οι χωρικοί το χρησιμοποίησαν με μεγάλο όφελος για όλες τις γεωργικές εργασίες. Το 19ο αιώνα χρησιμοποιήθηκε στα ορυχεία σιδήρου για τη μεταφορά ακατέργαστου ορυκτού υλικού, αλλά και ως άλογο άμαξας για τη μεταφορά των τουριστών που κατευθύνονταν στους ιαματικούς σταθμούς στην κορυφή. Το μικρό μαύρο μεταφέρει με ευκολία πελώρια φορτία, μέχρι 150 κιλά. Επίσης, το Merens το χρησιμοποιούσαν και στις λαθραίες μεταφορές μεταξύ Γαλλίας, Ισπανίας και Ανδόρας. Υπήρξε πολύτιμος συνεργάτης των λαθρεμπόρων και των φυγάδων, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα, στη Γαλλία, όπως και στην Ιταλία αλλά και στη Γερμανία, στην Ελβετία και στην Ισπανία, το Merens εκτιμάται από όποιον του αρέσει να ζει το βουνό ακόμα και πάνω σε μια σέλα. Το σταθερό βάδισμα και η φιλική συμπεριφορά προς τους ανθρώπους, ενήλικους και παιδιά, το κάνουν έναν ιδανικό σύντροφο για περίπατους και trekking. Άλογο του trekking και όχι των επιδείξεων Στο Piemonte, το Merens έφτασε χάρη στο πάθος του Francesco De Mattois, που ξεκίνησε με ένα ζευγάρι φοράδων και ένα αρσενικό. Η καλοσύνη και η αντοχή αυτού του μικρού αλόγου του Ariege εύκολα κέρδισε και άλλους ένθερμους ενδιαφερόμενους, τόσο που σήμερα μετράμε έναν εγχώριο πληθυσμό περίπου 500 ζώων. Τα άλογα είναι εγγεγραμμένα στο studbook, που επιβάλλει κατευθύνσεις εκπαίδευσης και καλεί μια φορά κάθε δυο χρόνια ειδικούς στην επιτροπή έγκρισης των επιβητόρων. Αυτό το γαλλικό αλογάκι, μακρινής προέλευσης, και που πιθανώς να φέρει αίμα από την Ανατολή, δεν είναι ένα άλογο επιδείξεων ούτε ένας πρωταθλητής στα σπορ. Στο παρελθόν χρησιμοποιήθηκε στα ορυχεία, στα δάση και στην εξοχή, για ίππευση, ως υποζύγιο των πιο φτωχικών κάρων, όπως και των πιο ελαφριών ειδών άμαξας. Η εκπληκτική του επιδεξιότητα στο βουνό, στα πιο δύσβατα μονοπάτια και ο υπάκουος χαρακτήρας του το καθιστούν ένα υπέροχο άλογο του trekking. Από αυτό το πόνι δεν μπορούμε να περιμένουμε ορθογώνιο βάδισμα ή διάθεση για άλματα.

merens